Την κατάρρευση του μύθου της "κοινωνικής ευαισθησίας" που προβάλλει η αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ έρχονται να καταρρίψουν τα επίσημα δεδομένα όπως παρουσιάζονται σε οικονομικές εκθέσεις εντός και εκτός Ελλάδος.
Ειδικότερα, παρουσιάζεται μείωση των λεγόμενων κοινωνικών δαπανών, (για ασφάλιση, περίθαλψη, κοινωνική πρόνοια και απασχόληση) κατά 5,7 δισ. ευρώ την τριετία διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ (2015-2017), σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα 2012-2014!
Επιπλέον, η φτώχεια εκτοξεύθηκε την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με την Ελλάδα να είναι πρωταθλήτρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το ποσοστό των Ελλήνων που ζουν στο όριο της φτώχειας να αγγίζει το 35,6% του πληθυσμού (3,8 εκατ. άνθρωποι), έναντι 28,1% το 2008. Στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό έπεσε το 2016 στο 23,4% (117,5 εκατ. άνθρωποι), κάτω από τα επίπεδα του 2008 (23,7%). Αρνητικές επιδόσεις παρουσιάζονται και στους τομείς του κοινωνικού χάσματος, της περιιθωριοποίησης και ανεργίας.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω αναμένεται να επιδεινωθούν ακόμα παραπάνω μετά και το νέο "ψαλίδι" στις κοινωνικές παροχές που συμφώνησε η κυβέρνηση με τους δανειστές. Η ενσωμάτωση όλων των προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων στο επονομαζόμενο λεγόμενο εγγυημένο κοινωνικό εισόδημα θα οδηγήσει σε πλήρη ανατροπή ή και κατάργηση πλήθους επιδομάτων αναπηρίας (μειώσεις άνω του 50% επί του συνόλου), στα οικογενειακά (κατάργηση του επιδόματος για το τρίτο τέκνο), στο επίδομα θέρμανσης, στα φοιτητικά βοηθήματα και στα επιδόματα στέγασης, ενώ θα μειωθούν δραστικά οι δικαιούχοι τους.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, η καθολική εφαρμογή του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος που τώρα ονομάζεται Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, το 2013 στην Ελλάδα θα μπορούσε να αυξήσει το εισόδημα 1.200.000 ατόμων ( ή 11% του πληθυσμού) μειώνοντας το χάσμα της φτώχειας κατά το ένα τρίτο. Το φαινόμενο της μείωσης των κοινωνικών δαπανών συμβαίνει παρά τη δέσμευση της Ελλάδος, με τη συμφωνία του 2015 (Νόμος 2336/2015),να βελτιώσει τον σχεδιασμό του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας, με τη συνολική επανεξέτασή του, καθότι, όπως λειτουργεί σήμερα το σύστημα, ανταμείβονται όσοι αποκρύπτουν τα πραγματικά εισοδήματα, οι οποίοι στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με τη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, είναι 754.269 άτομα. ΠΗΓΗ