Translate

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΒΡΥΚΟΛΑΚΩΝ στον Ελλαδικό χώρο


 Μία ανατριχιαστική ιστορία βρυκολάκων αφηγείται ό Γάλλος περιηγητής Pitton de Tournefort.(Relation d'un voyage du Levent, Paris, 1717 . Βλ. κεφ. Ό τελευταίος του αιώνα)

Παρακολούθησε ό ίδιος το φρικαλέο περιστατικό στη Μύκονο το χειμώνα του1700:
«Σκότωσαν ένα χωριάτη Μυκονιάτη, από φυσικού του δύστροπο και φιλόνικο. Κανείς δεν ήξερε πώς και γιατί. Δυο μέρες μετά τον ενταφιασμό του διαδόθηκε ότι τον είδαν να περπατάει τη νύχτα με βαριά βήματα, να μπαίνει στα σπίτια, να αναποδογυρίζει τα έπιπλα, να σβήνει τα λυχνάρια, ν' αγκαλιάζει ξαφνικά τούς ανθρώπους και να κάνει χίλιες δυο κατεργαριές. Στην αρχή γέλασαν όλοι. Μα όταν άρχισαν να παραπονιούνται και σοβαροί άνθρωποι ή υπόθεση πήρε διαστάσεις. Οι παπάδες έκαναν εξορκισμούς. Τίποτα, ο Μυκονιάτης συνέχιζε αδιόρθωτος τις πανουργίες του

Τι δέκατη μέρα έγινε λειτουργία για να εκδιωχθεί ο δαίμονας. Αποφασίστηκε να ξεθάψουν το κουφάρι και να του ξεριζώσουν την καρδιά μέσα στην εκκλησία. Ο χασάπης της Μυκόνου, γέρος και αδέξιος, αντί ν' ανοίξει το στέρνο άνοιξε την κοιλιά. Έψαξε, έψαξε αλλά δεν εύρισκε αυτό πού ζητούσε. Κάποιος του είπε ν' ανοίξει το διάφραγμα. Έτσι έβγαλαν την καρδιά. Για να καλυφθεί ή μπόχα του πτώματος έκαιγαν λιβάνια. Αλλά το θυμίαμα, καθώς ανακατευόταν με τις αναθυμιάσεις του κουφαριού προκαλούσε φοβερότερη μπόχα. Οι φτωχοί άνθρωποι τρελάθηκαν. Πάθαιναν παραισθήσεις έβλεπαν εφιαλτικά οράματα. Φώναζαν πώς από το ανοιγμένο κουφάρι έβγαινε πηχτός καπνός. Πού να τολμήσουμε να τούς πούμε πώς ήταν από το λιβάνι. Μέσα στην εκκλησία αντηχούσε μονάχα ή κραυγή «βρυκόλακας»! «βρυκόλακας»!

Από το θόρυβο θαρρούσες πώς θα γκρεμισθεί ό θολός του ναού. Ό χασάπης έβανε όρκο πώς το πτώμα ήταν όλόζεστο. Μερικοί έλεγαν πώς το αίμα ήταν κατακόκκινο.

Το φοβερό νέο απλώθηκε από σοκάκι σε σοκάκι σ' όλη την πολιτεία. Και σε λίγο ώρμησαν στην εκκλησία ένα πλήθος νησιώτες πού βεβαίωναν πώς όταν έφεραν το πτώμα από τα χωράφια ήταν ακόμα ζεστό. Σίγουρα λοιπόν είχε βρυκολακιάσει.

Βρισκόμουν πλάι στο κουφάρι για να βλέπω καλύτερα. Παραλίγο να λιποθυμήσω από τη δυσωδία. Αλλά οι ζαλισμένοι νησιώτες ξέφρενοι από την τρομάρα, νόμιζαν πώς είχε ακόμα ζωή. Ζήτησαν τη γνώμη μου και τούς είπα ότι είναι εκατό τα εκατό πεθαμένος. Τούς εξήγησα ήρεμα όλα τα περίεργα φαινόμενα και τις παραισθήσεις. Ποιος να μ' ακούσει;

Πήραν την καρδιά στην ακρογιαλιά και την έκαψαν. Μ' όλα αυτά ό βρυκόλακας δεν εννοούσε να ησυχάσει. Έγινε περισσότερο επιθετικός. Άνοιγε πόρτες, ακόμα και δωμάτια, ξυλοκοπούσε ανθρώπους τη νύχτα, έσπαζε παράθυρα, έσκιζε φορέματα, άδειαζε τις κυψέλες των μελισσιών και τα κρασοβάρελα. Μονάχα στο σπίτι του προξένου όπου είχαμε εγκατασταθεί δεν τόλμησε να τρυπώσει.

Όλο το νησί είχε υποστεί ομαδική παράκρουση. Ακόμα και οι έξυπνοι και οι μορφωμένοι είχαν παρασυρθεί. ~Ήταν μία αρρώστια του εγκεφάλου, επικίνδυνη οπώδη μανία ή λύσσα. Οικογένειες εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και έστηναν τα κρεβάτια τους καταμεσής στην πλατεία για να περάσουν τη νύχτα τους. Δεν υπήρχε άνθρωπος πού να μην είχε διαπιστώσει την παρουσία του βρυκόλακα. Όλη τη νύχτα άκουγες θρήνους. Πολλοί βγήκαν οικογενειακός στα χωράφια.

Κάποιος είπε πώς το κακό οφείλεται σε μία παράλειψη κατά την τελετή του εξορκισμού. Η λειτουργία έπρεπε να γίνει μετά την αφαίρεση της καρδιάς. Έτσι ξαναβρεθήκαμε στην αναστάτωση της πρώτης μέρας. Γενική σύναξη πρωί και βράδυ, λιτανείες τρεις μέρες και τρεις νύχτες.Οί παπάδες υποχρεώθηκαν να νηστέψουν αυστηρά. Τούς έβλεπες να τρέχουν από σπίτι σε σπίτι με την αγιαστούρα στο χέρι.

Είπαμε στους προεστούς να στήσουν ενέδρες τη νύχτα και να παρατηρήσουν τι συμβαίνει στην πολιτεία. Έτσι έπιασαν μερικούς μπαγαπόντηδες πού είχαν προκαλέσει όλη την αναστάτωση. Δεν ήταν βέβαια οι πρώτοι δράστες και τούς άφησαν ελεύθερους. Για ν' αναπληρώσουν τη νηστεία της φυλακής άρχισαν ν' αδειάζουν τη νύχτα τα σπίτια των κατοίκων πού είχαν εγκαταλείψει το βιός τους.

Έτσι ξανάρχισαν οι λιτανείες.
Μία μέρα, αφού κάρφωσαν κι' εγώ δεν ξέρω πόσα γυμνά σπαθιά πάνω στο μνήμα του βρυκόλακα (ξέθαφταν το πτώμα τρεις ή τέσσερες φορές την ημέρα ανάλογα με τις εμπνεύσεις του καθενός) ένας Αρβανίτης πού βρέθηκε στη Μύκονο είπε με ύφος μεγάλου σοφού ότι είναι γελοίο να καρφώνουν τον βρυκόλακα με σπαθιά χριστιανικά.
— Δεν βλέπετε χαζοί, ότι ή λαβή αυτών των σπαθιών έχει το σχήμα του σταυρού κι' εμποδίζει τον Σατανά να βγει από το κουφάρι; Χρειάζονται τούρκικα σπαθιά!
Αλλά και ή συνταγή του Αρβανίτη δεν ωφέλησε. Ό βρυκόλακας φαινόταν άτρωτος. Δεν ήξεραν πια σε ποιόν άγιο να προσευχηθούν.

«Ξαφνικά μια φωνή υψώθηκε απ’ όλη την πόλη: πρέπει να κάψουμε ολόκληρο το βρυκόλακα. Ξέθαψαν πάλι το κουφάρι και το κουβάλησαν στην πούντα του Αη Γιώργη, άναψαν δυνατή πυρά με πίσσα (Όχι ξύλα, από φόβο μήπως ό βρυκόλακας σβήσει τη φλόγα) και το αποτέφρωσαν. Ό διάβολος είχε παγιδευτή κι' εξοντώθηκε. Ήταν καιρός. Γιατί οι περισσότερες οικογένειες ετοιμάζονταν να μεταναστεύσουν στην Τήνο ή στη Σύρο».


Να γιατί πιστεύω στους Βρυκόλακες

 Θυμάμαι αρκετά καλά εκείνη τη νύχτα. Καθόμουν με τα ξαδέρφια μου έξω από την εκκλησία του χωριού. Ξαφνικά κάποιος από μακριά άρχισε να φωνάζει το όνομα μου.


Στην αρχή φαντάστηκα ότι θα ήταν οι γονείς μου ή κανένας γνωστός.
Εκείνη τη νύχτα άκουσα το όνομα μου άλλες δύο φορές! Το επόμενο πρωί ρώτησα αν κάποιος με είχε φωνάξει εχτές. Με κοιτούσαν σα να ήμουν παλαβός.
Από εκείνη τη στιγμή διαπίστωσα ότι ένα από τα ξαδέρφια μου άρχισε να φέρεται παράξενα, μου έλεγε να μη βγαίνω το βράδυ να μην απαντώ στο κάλεσμα του ονόματος μου και ότι τα έλεγε από ενδιαφέρον.

Τις επόμενες μέρες το πίεσα να μου πει τι συνέβαινε και έτσι έκανε.
Με τρόμο μου αποκάλυψε ότι το χωριό από παλιά περιβάλλεται από μύθους βρυκολάκων!!!! Και ότι πιάνουν τα θύματα τους φωνάζοντας το όνομα τους. Εκείνο το βράδυ έμεινα μέσα.

Κατάλαβα ότι έλεγε αλήθεια όταν σηκώθηκα το βράδυ για να πιω νερό και είδα μια σκιά με καρφωμένα δυο, σαν διαμάντια μάτια πάνω μου!!!!!!
Από εκείνη τη μέρα άρχισα να πιστεύω στα βαμπίρ.

Η Ελλάδα των Βρυκολάκων


Η Ελλάδα είναι γεμάτη από θρύλους και παραδόσεις που μιλούν για την παρουσία των βρικολάκων σε νησιά και πόλεις. Γραπτές αλλά και προφορικές πηγές σκιαγραφούν νεκροζωντανές οντότητες που ξυπνούν τις νύχτες και αναζητούν την τροφή τους. Οσμίζονται τον ανθρώπινο φόβο και διψούν για αίμα. Σύμφωνα με τις ελληνικές πεποιθήσεις στην κατηγορία αυτή ανήκουν:


-αυτοί που είχαν γεννηθεί ή η σύλληψη τους πραγματοποιήθηκε ιερή μέρα
-αυτοί που είχαν αφοριστεί από την Εκκλησία
-αιρετικοί , αποστάτες , άπιστοι
-επαγγελματίες μάγοι ή όσοι ασχολούνταν εν ζωή με τέτοιου είδους ζητήματα
-αυτοί που υπήρξαν θύματα των βαμπίρ
-όσοι δεν ενταφιάζονταν
-όσοι κατανάλωναν αρνί , το οποίο είχε δολοφονήσει λύκος
-αβάπτιστα έμβρυα.

Βρικόλακες σε όλη την Ελλάδα!

Υπάρχουν περιοχές που οι μύθοι λένε ότι εκεί κατοικούσαν οι μορφές αυτές που σκορπούσαν τον τρόμο στους θνητούς. Έρημα ή πυκνοκατοικημένα μέρη είναι γεμάτα από ιστορίες κάθε είδους που βασίζονται σε αρχαίες μαρτυρίες. Το σπίτι του Καλύμνιου Βρικόλακα εντοπίζεται στην βραχονησίδα Νεκροθήκες , η οποία στο παρελθόν χρησιμοποιούταν ως νεκροταφείο . Μάλιστα οι νησιώτες θεωρούσαν πως όταν έδυε ο ήλιος, ξεμυτούσε από το κρησφύγετο του και περιφερόταν από εδώ και από εκεί.

Απέναντι από το λιμάνι της κοσμικής Μυκόνου στη Νησίδα Εκάτη, στην Βόρεια Εύβοια στον ύφαλο Παναγιά, στη Νησίδα Καμένη στη Σαντορίνη, στο Ιόνιο Πέλαγος στο Νησί Τάφος κοντά στη Κεφαλονιά, στις Βόρειες Σποράδες στα Δαιμονονήσια, στη Σκύρο στα Βρικολακόνησα, στα Χανιά στη βραχονησίδα Καλαθά, στη Χίο στη Νησίδα Βενετικό, στη Δαιμονόπετρα της Ικαρίας, κατοικούσαν και κατέστρωναν τα σχέδια τους προς αναζήτηση βρώσης κυρίως τις βραδιές εκείνες που το φεγγάρι ήταν απών.

Οι βρικόλακες της Μυκόνου!

Η Μύκονος, σύμφωνα με το θρύλο, φιλοξενεί τον 18 αιώνα έναν τρομερό πειρατή . Όταν οι κάτοικοι βρίσκουν το πτώμα του να κείτεται σε ένα χωράφι, πραγματοποιούν τη ταφή του, ώστε να αναπαυθεί εν ειρήνη. Αμέσως μετά την κηδεία του εκείνος κάνει την εμφάνισή του σε διάφορα μέρη και προκαλεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Μεταμορφώνεται σε Βουρβούλακα, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν.

Οργανώνονται λιτανείες με αποκορύφωμα να τον ξεθάψουν, να του ξεριζώσουν την καρδιά και να την πετάξουν στην περιοχή Καρδιοκαύτης.Ο δαίμονας δεν εξοντώνεται και επιστρέφει στο τόπο του εγκλήματος αναζητώντας λύτρωση. Ο μόνος τρόπος που εξασφαλίζει την ηρεμία είναι ο αποκεφαλισμός του με τούρκικο σπαθί .

Στην Εύβοια και τις Σποράδες

Γύρω στα 1700 στην Εύβοια, οι βρικόλακες ή ζούλακες θεωρούνται από τους κατοίκους υπεύθυνοι για μία επιδημία που σκορπάει το θάνατο! Όλα τα κουφάρια των νεκρών καίγονται με πυρωμένο σίδερο γιατί έτσι πιστεύουν πως θα σταματήσει η δράση των βρικολάκων.

Στην Αλόννησο οι λαϊκές δοξασίες λένε για "μαύρες σκιές" που καταλαμβάνουν το νησί και γραπώνουν από το λαιμό τα ανυποψίαστα θύματα. Στη Σκόπελο συστήνονται ως σκελετοί και στη Σαμοθράκη ως " οι αόρατοι με το πύρινο σώμα".

Στο Σαρωνικό, τη Χίο και τον Υμηττό

Στα νησιά του Σαρωνικού γίνεται λόγος για δύσμορφες παρουσίες με καμπούρα και πίνουν από το τρόπαιο της νίκης το αίμα. Στη Χίο ξεχωρίζουν για τα λευκά τους σάβανα ενώ στην Τήνο οι βρικόλακες χρησιμοποιώντας τις υπερφυσικές δυνάμεις τους κατατροπώνουν σάρκες. Διάσημος για την έντονη δραστηριότητα του είναι ο βρικόλακας του Υμηττού. Πρησμένος και άσχημος δραπετεύει από τη σπηλιά του και προσπαθεί να εγκατασταθεί στα σπίτια της Αττικής.

Πώς αντιμετωπίζονται οι βρικόλακες ανά την Ελλάδα

Τα αιμοβόρα αυτά όντα ταλανίζουν το τόπο μας κυρίως τις εποχές της εθνικής δουλείας. Ωστόσο λάμπουν δια της παρουσίας τους σε αρκετές δεισιδαιμονίες που κατευθύνουν τις πράξεις των ανθρώπων. Σύμβολα χαράσσονται με καπνό από κερί ή μέλι ή κόκκινη μπογιά στις πόρτες και στα παράθυρα. Σταυροί από καλάμια ή δίχτυ από κόκκινη κλωστή τοποθετούνται σε τοίχους. Ράντισμα του νεκρού καθώς και του μνήματος με αγιασμένο ύδωρ διώχνουν μακριά το άρρωστο πνεύμα και αποτρέπουν την μετάλλαξη .

Στην Αμοργό απαγορεύεται δια ροπάλου η ύπαρξη ενός ποτηριού που εμπεριέχει νερό δίπλα στο κρεβάτι γιατί η παράδοση λέει πως "ο ντουσμάνης" τρώει και πίνει ότι βρει, εκτός από κρασί! Στη Μυτιλήνη δεν σφυρίζουν ποτέ τα μεσάνυχτα για να μην προκαλέσουν τους βορκόλακες.

Στη Κρήτη ο Καταχανάς παίρνει ανθρώπινη μορφή και συμμετέχει στις εκδηλώσεις των χωριών. Μάλιστα στην εν λόγω περίπτωση επιλέγουν τον επαγγελματικό προσανατολισμό τους. Δείχνουν την συμπάθεια τους στο πρόσωπο του τσαγκάρη και υπό την ιδιότητα αυτή απειλούν την περιοχή. Έτσι λοιπόν όπλα για την καταπολέμηση τους θεωρείτο το αλμυρό νερό, ξύλο συκιάς, καρφιά σε φέρετρο, σκόρδα, κρεμμύδια, λάδι, ξύδι, βραστό νερό και φυσικά σταυροί.

Πραγματικότητα ή φαντασία δεν είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε. Σημασία έχει πως ο εφιάλτης αυτός έχει στοιχειώσει για τα καλά την ιστορία των ελληνικών παράξενων πλασμάτων της νύχτας. Όταν πέσει το φως του ηλίου, τότε τα καθόλου αθώα αυτά όντα βγαίνουν από τα φέρετρά τους και αλίμονο σε όποιον έτυχε να βρεθεί τη λάθος στιγμή στο λάθος τόπο...

Οι Bρυκόλακες της Σαντορίνης του 17ου αιώνα


Από το σύγγραμμα του Κυριάκου Σιμόπουλου "Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα".

…Με ειδική εντολή του πάπα ό επίσκοπος Ίεραπόλεως Sebastiani πραγματοποιεί τό 1666 περιοδεία σ' όλες τις παραμεσογειακές χώρες για επιθεώρηση τών τοπικών καθολικών εκκλησιών. Μ' ολο πού τό ταξίδι ήταν δύσκολο και επικίνδυνο έξ αιτίας του τουρκοβενετικού πολέμου και τής πειρατείας, ό Sebastiani ώλοκλήρωσε μέ ευσυνειδησία τήν αποστολή του.

Για την Σαντορίνη γράφει: Είναι γνωστή ώς «νησί τών δαιμόνων» και «νησί τής κόλασης». Λένε πώς τά δαιμόνια κόβουν τις γούμενες τών καραβιών και δέν μπορούν ν' αράξουν στο λιμάνι.


…Τό 1642 οί Καθολικοί κατώρθωσαν νά εγκατασταθούν στή Σαντορίνη. Παρά τήν αντίδραση τών Ελλήνων οί Ιησουίτες εξασφαλίζουν μέ δωροδοκίες τήν άδεια τών Τούρκων καί χτίζουν τήν πρώτη εκκλησία. Ό Γάλλος ιερωμένος Francois Richard ήταν άπό τούς πρωτοπόρους τής εκστρατείας προσηλυτισμού στό Αιγαίο. "Εζησε πολλά χρόνια στή Σαντορίνη καί είχε τήν ευκαιρία νά ταξιδέψη σέ πολλά νησιά τών Κυκλάδων. Καρπός τής προσωπικής εμπειρίας του άπό τή θρησκευτική αποστολή στις ελληνικές θάλασσες καί τίς περιηγήσεις του στά νησιά είναι τό χρονικό πού κυκλοφόρησε στό Παρίσι τό 1657. Όλόκληρο κεφάλαιο του χρονικού του Richard αναφέρεται στις δοξασίες περί βρυκολάκων. Εχει τίτλο «Οί Ψευδοαναστημένοι πού οί Ελληνες ονομάζουν «βρυκολάκους». (Οι παραλλαγές της ονομασίας του βρυκόλακα στα κείμενα των περιηγητών : Βορδόλακας, ζορκόλακας, βουρδούλακας, νομόλακας, βολδόλακας, βουρκόλακας, βουλδούλακας κ.ά.). Περιγράφει τρομακτικά περιστατικά ομαδικών παρακρούσεων των κατοίκων της Σαντορίνης. Πεθαμένοι πού ξαναγυρίζουν στη ζωή και εξοντώνουν τή νύχτα τούς νησιώτες, φρικαλέες σκηνές έκταφής «βρυκολακιασμένων», τελετές εξορκισμών άπο τούς ιερείς πάνω στά πτώματα μέσα στους ναούς, ανατριχιαστικοί άνασκολοπισμοί τών άλυωτων πτωμάτων μέ τσεκούρι και σκαπάνες. Αυτόπτης μάρτυρας τών σκηνών αυτών ό Ιησουίτης Ιεραπόστολος δεν αμφισβητεί διόλου την εμφάνιση τών βρυκολάκων και την κακοποιό δράση τους :

«Κάθε τόσο οί Ελληνες παππάδες, άφού προηγουμένως πάρουν άδεια του μητροπολίτη, πηγαίνουν στο νεκροταφείο, διαβάζουν μερικές ευχές και ύστερα ξεθάβουν τό νεκρό πού υποπτεύονται πώς έχει βρυκολακιάσει. Κι' αν βρουν τό πτώμα ολόκληρο, φρέσκο και ματωμένο είναι πια βέβαιοι πώς ό νεκρός έγινε όργανο του Σατανά. Αρχίζουν τότε τούς εξορκισμούς και δέν σταματούν άν δεν δουν σημάδια πού νά φανερώνουν πώς έφυγε τό δαιμόνιο: όταν δηλαδή άρχίση ή αποσύνθεση του πτώματος.

»Αυτό έγινε πριν άπό λίγα χρόνια. Τό πτώμα ενός κοριτσιού (Καλλίστη τό όνομά του) βρέθηκε άλυωτο. Τό έφεραν στήν εκκλησία κι' ό Ελληνας παππάς κατέφυγε στους εξορκισμούς. Και πραγματικά σέ λίγο άρχισε ή αποσύνθεση του πτώματος κατά τρομακτικό τρόπο, έτσι πού κανείς δέ μπορούσε νά μείνη πιά στο ναό άπό τή δυσοσμία. Τό έθαψαν, λοιπόν, και δέν ξαναφάνηκε ό βρυκόλακας πιά.

«Ωστόσο, μερικές φορές, οί εξορκισμοί τών Ελλήνων ιερέων δέν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα,είτε γιατί οί ίδιοι οί ιερείς δέν έχουν μεγάλη πίστη ειτε γιατί τό δαιμόνιο αντιστέκεται και δέν εννοεί νά εγκατάλειψη τή λεία του. Τότε ξερριζώνουν την καρδιά του πεθαμένου, τή λιανίζουν μέ τό τσεκούρι και ύστερα καίνε ολόκληρο τό νεκρό, ακριβώς όπως γίνεται στή Γαλλία μέ τούς μάγους και τις μάγισσες, ύστερα άπό απόφαση της Δικαιοσύνης.

»Τελευταία πού πήγα στήν Αστυπάλαια έκαψαν πέντε πτώματα. Τά τρία ήταν ανδρών παντρεμένων, τό τέταρτο ενός Ελληνα παππά και τό πέμπτο ενός κοριτσιού. Τό ίδιο έγινε και στή Νιό.

»Η γυναίκα ενός πεθαμένου ήρθε και μου εξομολογήθηκε πώς είδε τον άντρα της ατόφιο, πενήντα μέρες ύστερα άπό τήν κηδεία του. Μ' όλο πού τον είχαν ξεθάψει και τον είχαν ενταφιάσει σέ άλλο σημείο κι' είχαν γίνει όλοι οί καθιερωμένοι εξορκισμοί εκείνος ξαναγύρισε και βασάνιζε τον κόσμο• σκότωσε μάλιστα και τέσσερες ή πέντε ανθρώπους. Τότε τον ξέθαψαν για δεύτερη φορά και τον έκαψαν σέ επίσημη δημόσια τελετή.

«Πριν δυο χρόνια, γιά τήν ίδια αίτια, έκαψαν άλλα δυο πτώματα στη Σίφνο. Και δεν περνάει χρόνος πού νά μή γίνη λόγος γι' αυτούς τούς ψευδαναστημένους.

»Άλλά εκείνο πού αναστάτωσε περισσότερο τή Σαντορίνη ήταν ή προσήλωση ενός βρυκόλακα στη χήρα του. Λεγόταν Αλέξανδρος, ήταν παπουτσής και κατοικούσε στον Πύργο. Υστερα άπο το θάνατο του παρουσιάστηκε στη γυναίκα του, όπως ακριβώς ήταν και στή ζωή. Ερχόταν στο σπίτι και δούλευε, μερεμέτιζε τά παπούτσια των παιδιών, έβγαζε νερό από τή στέρνα. Και πολλές φορές τον έβλεπε νά κόβη ξύλα γιά τή φαμελιά του. Υστερα άπο λίγον καιρό ό κόσμος τρομοκρατημένος τον ξέθαψε, τον έκαψε και μαζί μέ τον καπνό εξαφανίσθηκε και ή εξουσία του Σατανά.

»Εμαθα από ένα αξιόπιστο πρόσωπο πώς στην Αμοργό αυτοί οί βρυκόλακες έχουν τόσο άποχαλινωθή πού δεν τρέχουν μονάχα εδώ κι' έκεί τις νύχτες αλλά παρουσιάζονται και μέρα μεσημέρι, πολλές φορές πέντε μαζί στά χωράφια και μαζεύουν φάβα. Ηθελα νά έλθουν εδώ μερικοί από τούς δικούς μας τούς άθεους της Γαλλίας, όχι γιά ν' ακούσουν άλλά νά δουν μέ τά μάτια τους στο φώς της ημέρας και νά βεβαιωθούν πόσο άδικο έχουν πού πιστεύουν ότι σάν πεθαίνει ό άνθρωπος όλα πεθαίνουν μαζί του. Ιδού όμως και μιά άλλη απόδειξη :

»Ό ηγούμενος του περίφημου μοναστηρίου της Άμοργού μου διηγήθηκε ότι ένας έμπορος από τήν Πάτμο, πηγαίνοντας στήν Ανατολή γιά εμπόριο, αντί νά κερδίση χρήματα έχασε τή ζωή του. Μαθαίνοντας ή γυναίκα του τό θάνατο του έστειλε ένα καίκι γιά νά φέρουν τό νεκρό στήν πατρίδα του και νά τον θάψουν κατά πώς ταιριάζει σέ χριστιανό. Εβαλαν λοιπόν τό πτώμα σέ μιά κασσέλα, τή φόρτωσαν στο καίκι και ξεκίνησαν γιά τό νησί. Ενας άπο τούς ναυτικούς κάθησε απάνω στήν κασσέλα. Ξαφνικά νοιώθει κάτι νά κουνιέται μέσα. Τό λέει στους συντρόφους του. Αποφασίζουν τότε νά τήν ξεκαρφώσουν γιά νά δουν σέ ποιά κατάσταση βρισκόταν ό νεκρός. Ανοίγουν και τί νά δουν. Ό πεθαμένος έδειχνε σά νά ήταν ολοζώντανος. Καταλαβαίνετε τώρα τον τρόμο των θαλασσινών. Άλλά τί νά κάνουν, είχαν αναλάβει υποχρέωση. Ξανακάρφωσαν τή νεκρόκασα, έφθασαν στο νησί και τήν παρέδωσαν στή χήρα χωρίς νά πουν λέξη γιά ότι είδαν στο καίκι.

»Άλλά λίγες μέρες μετά τήν κηδεία ό πεθαμένος σκόρπισε τή φρίκη και τό θάνατο στο νησί. "Εμπαινε τις νύχτες στά σπίτια ουρλιάζοντας και χτυπώντας. Δεκαπέντε άνθρωποι, άλλοι άπό τά χτυπήματα, άλλοι άπό τήν τρομάρα τους πήγαν στόν άλλο κόσμο.

»Οί ιερείς καί οί καλόγεροι τουτόπου έκαναν ότι μπορούσαν γιά νά σταματήσουν αυτή τήν τραγωδία. Ωστόσο οί εξορκισμοί και οί δεήσεις δέν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Αποφασίζουν, λοιπόν, νά διώξουν τό νεκρό άπό τό νησί και νά τον μεταφέρουν στόν τόπο του θανάτου του, στή Μικρά Ασία. Τον φόρτωσαν σ' ένα καίκι, άλλά οί ναυτικοί δέν τον πέρασαν αντίπερα : στο πρώτο ερημονήσι πού βρήκαν άναψαν φωτιά και τον έκαψαν. Κι' άπό τότε ό βρυκόλακας δέν ξαναφάνηκε.

»Ό ηγούμενος προσπαθούσε νά μέ πείση ότι αυτές οί εμφανίσεις τών βρυκολάκων αποδείχνουν πόσο ορθή είναι ή πίστη τής ελληνικής εκκλησίας. Μού λέει : Είδατε κανένα Τούρκο ή κανένα Λατίνο νά μεταμορφώνεται έτσι μετά τον θάνατο του; Τό αντίθετο συμβαίνει, του απαντώ. Τό ότι μπαίνει ό Σατανάς στους πεθαμένους σας και τούς κάνει νά βρυκολακιάζουν δείχνει ότι ή ελληνική πίστη είναι καταδικασμένη άπό τό Θεό. Οσο γιά τούς Τούρκους και τούς Λατίνους πού τάχα δέν γίνονται βρυκόλακες τά πράγματα είναι διαφορετικά. Οπως προκύπτει άπό τήν ιστορία τών Αράβων, αυτά τά φαινόμενα ήταν συνηθισμένα στήν έρημο. Επειτα του θύμισα κάτι πού είχε συμβή στή Σαντορίνη μέ τον Μαμούρη, ένα Λατίνο κληρικό πού τούρκεψε. Μέ απαίτηση όλου του λαού κρεμάστηκε στήν αντένα του ανεμόμυλου. "Ε λοιπόν, μ' όλο πού ήταν Τούρκος, βρυκολάκιασε και καταβασάνισε τον κόσμο μετά τό θάνατο του, ώσπου τον έκαψαν και ησύχασε τό νησί.
»Αύτά πού γράφω γιά τούς ψευδαναστημένους θά δώσουν ασφαλώς τήν ευκαιρία σέ πολλούς νά σκεφθούν και νά ερευνήσουν τό ζήτημα ώστε νά ανακαλύψουν κάτι περισσότερο. . .

»Πρέπει νά προσθέσω ότι υπάρχουν κι' άλλοι πεθαμένοι στά ελληνικά νεκροταφεία πού τά πτώματα τους μένουν άλυωτα δεκαπέντε και είκοσι χρόνια μετά τον ενταφιασμό τους. Και τούς βρίσκουν φουσκωμένους σάν μπαλόνια. Kι αν τούς χτυπήσης ήχούνε όπως τά τούμπανα. Αυτόν τον πεθαμένο τον λένε «ντουπί». Τό πώς γίνεται αυτό δέν είναι τής στιγμής. Τό μόνο πού μπορώ νά βεβαιώσω είναι ότι οί Ελληνες πιστεύουν πώς οί άλυωτοι είναι αφορισμένοι. Είναι γνωστό ότι οί "Ελληνες ιερείς και μητροπολίτες δταν αφορίζουν κάποιον προσθέτουν στο τέλος τήν κατάρα : «Και μετά θάνατον άλυτος και τυμπανιαίος».

Γι' αυτό ακριβώς, ό λαός πού βλέπει συχνά άλυωτους νεκρούς, τρέμει όταν ακούει έναν άπλό παππά νά έκτοξεύη τον αφορισμό του σά νά είναι πατριάρχης ».

Όταν οι Δαίμονες αρχίζουν τις επισκέψεις



Νοίκιαζα ένα σπίτι στη Σαλονίκη όταν ήμουν φοιτητής και
ζούσα μόνος μου. Το σπίτι ήταν αρκετά ευρύχωρο και φυσικά πολύ ήσυχο, ήταν αδύνατο να σκεφτείς ότι θα μπορούσε κάτι να συμβαίνει εκεί μέσα.


Μια νύχτα ξύπνησα από τον ύπνο μου και είχα την ξεκάθαρη αίσθηση ότι κάποιος ήταν μέσα στο σπίτι. Τρομοκρατήθηκα και το μυαλό μου πήγε ότι κάποιος κλέφτης θα είχε μπει μέσα. Δεν διανοήθηκα τίποτε άλλο. Ήμουν ξύπνιος με τα μάτια κλειστά, ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου μπρούμυτα. Ήμουν πολύ φοβισμένος και καθόμουν και σκεφτόμουν τι θα ήταν το καλύτερο να κάνω, αν θα έπρεπε να σηκωθώ και να αντιμετωπίσω αυτόν που είχε μπει ή να κάνω ότι κοιμάμαι για την ασφάλειά μου.

Δεν άκουγα κανένα θόρυβο από αυτόν ή σημάδι κάποιας κίνησης και αυτό μεγάλωνε ακόμα περισσότερο την αγωνία μου. Ξαφνικά και πάλι χωρίς να ακούσω θόρυβο και έχοντας τα μάτια μου κλειστά, καταλαβαίνω πλέον ότι αυτός ο κάποιος έχει μπει στο δωμάτιό μου. Δεν μπορούσα να κουνηθώ από τον φόβο μου και δεν τολμούσα να ανοίξω τα μάτια μου. Τώρα είχα για πρώτη φορά την αίσθηση ότι αυτό που συνέβαινε δεν ήταν φυσιολογικό και ότι αυτός ο κάποιος ή κάτι που είχε έρθει να με επισκεφτεί ίσως να ήταν άνθρωπος, ίσως κάτι άλλο.

Το ένιωσα να έρχεται πάνω από το κεφάλι μου και να σκύβει και από τις δυο μεριές σαν να ήθελε να δει αν κοιμόμουν ή παρίστανα ότι κοιμόμουν. Τώρα ένιωθα ΞΕΚΑΘΑΡΑ την ανάσα του πάνω από το σβέρκο μου. Αποφάσισα τελικά να πάρω θάρρος και να κουνηθώ, να κάνω ότι γυρνάω πλευρό και αν όπως θα σήκωνα το χέρι μου άγγιζα κάποιον, ότι και να ήταν θα πάλευα. Το έκανα και δεν υπήρχε τίποτα εκεί. Από τη στιγμή που κουνήθηκα δεν ένιωθα άλλο τη ανάσα του, ούτε καμιά παρουσία μέσα στο δωμάτιό μου.

Με πήρε ξανά ο ύπνος και μόνο το πρωί με το φως και με το θόρυβο απ' έξω τόλμησα να ψάξω το σπίτι. Δεν έλειπε τίποτα και δεν είχε πειραχτεί τίποτα. Όλα ήταν εντάξει. Κι όμως, στα τέσσερα χρόνια που έμεινα στο σπίτι η ίδια ιστορία επαναλήφθηκε άλλες δύο φορές. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που έκανε αισθητή την παρουσία του μ' αυτόν τον τρόπο.  -  Black

ενεργό link

Τεχνική υποστήριξη, κατασκευή ιστοσελίδας: Charles Bukowski(7SPY), e-mail: spy7ross7@gmail.com