Συγγραφέας δυστοπικού βιβλίου προέβλεψε την χρήση μάσκας ως μέσο για την επιβολή της συμμόρφωσης των μαζών, 70 χρόνια πριν
Summit News / ΚΟ
Ο γνωστός Γερμανός συγγραφέας Ernst Jünger προέβλεψε την καθολική χρήση μάσκας ως μέσο που ενισχύει τη συμμόρφωση και την ομοιομορφία σε μια δυστοπική μελλοντική κοινωνία σε ένα μυθιστόρημα με τίτλο “The Worker” («Ο Εργάτης» / γερμανικά: “Der Arbeiter”) που δημοσιεύθηκε πριν από σχεδόν 90 χρόνια.
Με τις μάσκες προσώπου να γίνονται πλέον υποχρεωτικό μέρος του «νέου φυσιολογικού», τα μέτρα επιβολής που υποχρεώνουν τους ανθρώπους να τις φορούν, τόσο από τους κρατικούς υπαλλήλους όσο και από μέλη του ευρύτερου κοινού, γίνονται πιο απάνθρωπα και δρακόντεια.
Αυτό είναι ακριβώς το σενάριο που οραματίστηκε ο αινιγματικός Γερμανός συγγραφέας Ernst Jünger στο κλασικό του έργο του 1932.
Όπως αναφέρει λεπτομερώς ο Thomas Crew στο άρθρο του The Dystopian Age of the Mask, (Η Δυστοπική Εποχή της Μάσκας) η «εξάλειψη κάθε ιδιωτικότητας» είναι ένα θέμα που το συναντάμε σε όλη την δυστοπική λογοτεχνία.
Αυτό εκφράζεται από τον Τζορτζ Όργουελ στο «1984» όταν περιγράφει τις μάζες ως, «ένα έθνος πολεμιστών και φανατικών, που βαδίζουν προς τα εμπρός σε τέλεια ενότητα, όλοι σκέφτονται τις ίδια πράγματα και φωνάζουν τα ίδια συνθήματα… τριακόσια εκατομμύρια άνθρωποι όλοι με το ίδιο πρόσωπο».
Ο Crew εξηγεί ότι αυτό το θέμα κυριαρχεί στο “The Worker” του Jünger, όπου, «Η ομοιομορφία της νέας εποχής συμβολίζεται… από τον ξαφνικό πολλαπλασιασμό της μάσκας στη σύγχρονη κοινωνία».
«Δεν είναι τυχαίο», γράφει, «ότι η μάσκα αρχίζει και πάλι να παίζει καθοριστικό ρόλο στη δημόσια ζωή. Εμφανίζεται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους… είτε ως μάσκα αερίων, με την οποία προσπαθούν να εξοπλίσουν ολόκληρους πληθυσμούς. Να είναι σαν μάσκα προσώπου για σπορ και υψηλές ταχύτητες, σε κάθε οδηγό αγώνων, είτε ως μάσκα ασφαλείας για χώρους εργασίας που εκτίθενται σε ακτινοβολία, εκρήξεις ή ναρκωτικές ουσίες. Μπορούμε να υποθέσουμε», συνεχίζει, με μια τρομακτική διαίσθηση, «ότι η μάσκα θα έρθει να αναλάβει λειτουργίες που σήμερα δεν μπορούμε να φανταστούμε».
Ο Crew εξηγεί πώς το κοινό έχει υποστεί πλύση εγκεφάλου στο να πιστεύει ότι η το μόνο που πρέπει να το ενδιαφέρει είναι «η συνέχιση της ζωής», ανεξάρτητα από το πόσο ασφυκτική, αποξενωμένη από τους άλλους και ασήμαντη μπορεί να είναι αυτή η «ζωή».
«Δεδομένης της ξαφνικής πανταχού παρουσίας της μάσκας προσώπου το 2020, σε ολόκληρο τον κόσμο και σε έναν αυξανόμενο αριθμό κοινωνικών πλαισίων, είναι αδύνατο να αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι αυτό ακριβώς είναι το είδος της ανάπτυξης που είχε στο μυαλό του ο Jünger. Η συμμόρφωσή μας στο να αποκρύπτουμε το πρόσωπο αντανακλά τις απάνθρωπες τάσεις που, για τον Jünger, διέπουν τη σύγχρονη περίοδο. Αντιπροσωπεύει άλλο ένα στάδιο στην υποβάθμιση του ατόμου που έγινε σαφής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είτε ως ένα κομμάτι κρέας πεταμένο στο πεδίο της μάχης είτε ως γρανάζι στη μηχανή της οικονομίας του πολέμου, η σύγχρονη εποχή έχει τη συνήθεια να υποβιβάζει τον άνθρωπο σε ένα λειτουργικό αντικείμενο. Όλα τα “non-essential” («μη ουσιώδη») - όλα, δηλαδή, που μας κάνουν ανθρώπους - απορρίπτονται εντελώς».
ΚΟ: Να σημειωθεί ότι ως “non-essential” θεωρήθηκε από πολλούς δυτικούς κυβερνήτες η συμμετοχή των πιστών σε εκκλησίες και για αυτό με μεγάλη ευκολία διέταξαν το κλείσιμό τους.
Όπως δείχνουμε στο παρακάτω βίντεο, το επίπεδο συμμόρφωσης που κατόρθωσαν οι κυβερνήσεις και τα μέσα ενημέρωσης να εμφυσήσουν στους ανθρώπους ώστε να αποδεχθούν τα μέτρα σημαίνει ότι υπάρχει ελάχιστη ανάγκη πλέον να υπάρχουν όργανα της τάξης που θα επιβάλουν την μάσκα.
ΚΟ: Ο Jünger, θεωρείται ο μεγαλύτερος συγγραφέας του 20ου αιώνα, αποτέλεσε δε μία από τις κεντρικές μορφές του ρεύματος που έμεινε γνωστό ως «Συντηρητική Επανάσταση». Υπήρξε ένας από τους προδρόμους του μαγικού ρεαλισμού και συνεισέφερε την έννοια του Άναρχου (Κυρίαρχου Ατόμου). Στο βιβλίο του “Der Arbeiter” αναλύει τις απόψεις του για μια πλήρως κινητοποιημένη κοινωνία που θα καθοδηγείται από πολεμιστές-εργάτες-διανοούμενους. Γεννήθηκε στη Χαιδελβέργη στις 29 Μαρτίου 1895 και πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου 1998. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στον Αυτοκρατορικό Γερμανικό Στρατό και για τη δράση του παρασημοφορήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό Α΄ Τάξεως καθώς και με το παράσημο Pour Le Merite που αποτελούσε την ανώτατη τιμητική διάκριση στον τότε Γερμανικό Στρατό. Μετά την απόλυσή του σπούδασε θαλάσσια βιολογία, βοτανολογία και φιλοσοφία. Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, την οποία επέκρινε για την αστάθειά της και την αδυναμία της, αρθρογράφησε σε διάφορα εθνικιστικά έντυπα προπαγανδίζοντας την ανάγκη για έναν επαναστατικό και ριζοσπαστικό εθνικισμό. Το 1927 εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο και, αν και του προτάθηκε από το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα, αρνήθηκε να θέσει υποψηφιότητα για βουλευτής. Στις 22 Οκτωβρίου 1932, στη βαυαρική εφημερίδα «Völkischer Beobachter», επίσημο όργανο του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, δημοσιεύθηκε άρθρο με τίτλο «Das endlose dialektische Gesprach», το οποίο τον κατηγορούσε για «φιλελεύθερες» απόψεις και πως δεν υπερασπίζονταν το φυλετικό δόγμα του αίματος και του εδάφους. Γενικά ανήκε στους εθνικιστές συγγραφείς, που το όνομα τους δεν αναφέρθηκε σε δηλώσεις πίστεως στον Αδόλφο Χίτλερ. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε στην Wehrmacht απ’ όπου απολύθηκε το 1944 μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά του Χίτλερ στην οποία, σύμφωνα με τη φημολογία, είχε κάποια συμμετοχή. Στην μεταπολεμική Γερμανία αντιμετώπισε απαγορεύσεις από τις Βρετανικές Δυνάμεις Κατοχής, καθώς και εχθρότητα από κομμάτι της γερμανικής διανόησης λόγω της εθνικιστικής του σκέψης και δράσης και θεωρήθηκε αντιδραστικός και μιλιταριστής. Ήταν στενός φίλος με τον Μάρτιν Χάιντεγκερ και απέσπασε το θαυμασμό του Julius Evola ο οποίος το 1960, δημοσίευσε το βιβλίο με τίτλο «L'Operaio nel Pensiero di Ernst Juenger», αφιερωμένο στον Γιούνγκερ. Σε όλη του την ζωή ο Γιούνγκερ υπήρξε άθεος, αλλά ένα χρόνο πριν το θάνατο του, ασπάστηκε τον Καθολικισμό. Τον Μάρτιο του 1995, όταν συμπληρώθηκαν τα 100 χρόνια του Jünger, στην κατοικία του τον επισκέφθηκαν ο καγκελάριος Helmut Kohl και ο πρόεδρος της Γερμανίας Roman Herzog. Την επομένη του θανάτου του, όλες οι γερμανικές εφημερίδες κυκλοφόρησαν με αυτόν ως κύριο τίτλο, ενώ ο πρόεδρος της Γερμανίας δήλωσε ότι, «...θρηνούμε τον θάνατο ενός μοναδικού μάρτυρος της εποχής μας..». Παρά τη διαμάχη και τις φιλονικίες που υπήρχαν γύρω από τη ζωή του, ποτέ δεν μετάνιωσε για τις ενέργειες και τη δράση του, ούτε ανακάλεσε κάτι απ' όσα έγραψε (από εδώ κι εδώ).
ΚΟ / πηγή