Translate

“Dragged Across Concrete”!!

Η ταινία Dragged Across Concrete (στα ελληνικά: “Τα δύο πρόσωπα του νόμου”), το τελευταίο φιλμ του SCraig Zahler, είναι ένα αστυνομικό / νουάρ θρίλερ δράσης, με αργή εξέλιξη και αρκετή ωμή βία, που εξετάζει τη δυστυχία των λευκών ανδρών
στη σύγχρονη Αμερική και τις συνθήκες υπό τις οποίες απλοί άνδρες μπορεί να οδηγηθούν στο έγκλημα. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους βρίσκονται οι Mel Gibson και Vince Vaughn, οι οποίοι έχουν καλή χημεία μεταξύ τους και ταιριάζουν γάντι στους ρόλους. 
Αποδεικνύεται ότι ο Zahler (“Bone Tomahawk” [2015], “Brawl in Cell Block 99” [2017] - βλέπε ανάλυση εδώ) είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος σκηνοθέτης που είναι πρόθυμος να αναλάβει δημιουργικούς κινδύνους και να ασχοληθεί με αμφιλεγόμενες ιδέες.
Το ευχάριστο και «επικίνδυνα» τολμηρό σε αυτή την ταινία – που ξαναλέμε έχει αρκετή βία και κάποιες στιγμές γίνεται αποκρουστική – είναι ότι ο θεατής βλέπει εικόνες και ακούει ατάκες και διαλόγους που «λογικά» δεν υπήρχε περίπτωση να προβληθούν και να ακουσθούν ποτέ στην εποχή της τυραννίας τηςπολιτικής ορθότητας, η οποία περισσότερο από αλλού κυριαρχεί στον χώρο του Χόλιγουντ. Ο Zahler μοιάζει να έχει «τσακωθεί» με την πολιτική ορθότητα, χωρίς όμως να έχει προχωρήσει και σε οριστικό «διαζύγιο». Παραδείγματος χάριν προσέξτε τον παρακάτω διάλογο:
Εδώ οι βασικοί ήρωες είναι λευκοί, παραδοσιακοί και… “straight” άνδρες, με «συντηρητικές» απόψεις. Μοιάζουν να έχουν «κολλήσει» σε μια άλλη εποχή, αλλά κερδίζουν αμέσως την συμπάθεια του θεατή. Η ταινία επίσης, δεν δείχνει να έχει μολυνθεί από το φεμινιστικό girl power αφήγημα.

Η πλοκή της ταινίας περιστρέφεται σε μια φανταστική δυστοπική πόλη, το Bulwark, με κεντρικούς ήρωες δύο λευκούς αστυνομικούς – τον Brett Ridgeman (Mel Gibson) και τον Anthony Lurasetti (Vince Vaughn) - οι οποίοι τίθενται σε διαθεσιμότητα, άνευ αποδοχών, λόγω της χρήσης «υπερβολικής βίας» στη σύλληψη ενός ισπανόφωνου εμπόρου ναρκωτικών. 

Και ενώ και οι δύο είναι ικανότατοι αστυνομικοί με πολλές επιτυχίες στην καριέρα τους (ο δε Gibson είναι βραβευμένος), επειδή τους είδε κάποιος πολίτης να μην είναι «ευγενικοί» με τον συγκεκριμένο κακοποιό και κινδυνεύουν να κατηγορηθούν ως «ρατσιστές» από τα media που ψάχνουν για «κακούς», υποχρεώνονται να παραδώσουν τα σήματά τους και να τεθούν σε διαθεσιμότητα για έξι εβδομάδες, άνευ αποδοχών. Ο Μεξικανο-Αμερικάνος αστυνομικός επιθεωρητής δεν θα είναι καθόλου επιεικής μαζί τους. Αντιμέτωποι με έξι εβδομάδες ανεργίας, και ενώ έχουν ήδη οικονομικά προβλήματα αποφασίζουν να περάσουν για λίγο στην παρανομία και να ληστέψουν έναν έμπορο ναρκωτικών, προκειμένου να τα βγάλουν πέρα: "Έχουμε τις δεξιότητες και το δικαίωμα να αποκτήσουμε την κατάλληλη αποζημίωση".

Όπως το “Bone Tomahawk” και το “Brawl in Cell Block 99”, το “Dragged Across Concrete” ξεδιπλώνεται σε ένα χαλαρό ρυθμό (η ταινία διαρκεί περίπου δυόμισι ώρες) και σταδιακά χτίζει ένα βίαιο φινάλε. Η αργή εξέλιξη της ταινίας μπορεί να κάνει μερικούς θεατές να δυσανασχετήσουν, αλλά το τέλος θα τους αποζημιώσει. Ο Zahler έχει μια ικανότητα να οικοδομεί ένταση και να οργανώνει κάθε αφηγηματικό στοιχείο έτσι ώστε η πλοκή να εξελίσσεται σαν ένα παιχνίδι σκάκι.

Οι Ridgeman και Lurasetti είναι, πρωτίστως, κανονικοί λευκοί εργαζόμενοι: ο Ridgeman είναι ένας μεσήλικας πατέρας και γκρινιάρης μπάτσος, με γυναίκα πρώην αστυνομικό που πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας και μια κόρη στην εφηβεία. ΟLurasetti είναι ένας σαραντάρης ιταλικής καταγωγής που σχεδιάζει να κάνει πρόταση γάμου στη φίλη του. Η ταινία τους αποτυπώνει να φαίνεται να έχουν «συντηρητικές» δεξιές απόψεις, αλλά δεν μοιάζουν να είναι συνειδητά πολιτικοποιημένοι. Ο Lurasetti λέει «δεν είμαι ρατσιστής» και επικαλείται ως «απόδειξη» ότι: "Κάθε χρόνο την Ημέρα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, παραγγέλλω ένα φλιτζάνι σκούρο καφέ!...".

Την ίδια στιγμή, ο Ridgeman είναι ένας γεμάτος οργή σκληρός αστυνομικός, αλλά και ένας μελαγχολικός και μοναχικός τύπος, ένας άνθρωπος μιας άλλης εποχής, που έχει μείνει μακριά από τον καιρό της νεωτερικότητας. Ο Gibson γεννήθηκε για να παίξει αυτό το ρόλο, διοχετεύοντας τα πνεύματα του Travis Bickle και του PikeBishop από την «Άγρια Συμμορία» του Sam Peckinpah (1969). Ο κόσμος του Ridgeman κυβερνάται από μαλθακούς, πολιτικά ορθούς γραφειοκράτες που ενδιαφέρονται περισσότερο για τις εμφανίσεις και την ευγένεια από ό, τι στην πραγματικότητα για την καταπολέμηση του εγκλήματος. Υπάρχει μια εντυπωσιακή σκηνή που υπογραμμίζει αυτό το σημείο στο οποίο ένας Ασιάτης υπάλληλος καταστήματος παρακολουθεί τις ειδήσεις στην τηλεόραση σχετικά με την διαθεσιμότητα του Gibson και τουVaughn, όταν ένας ένοπλος ληστής ξαφνικά εισβάλει στο κατάστημά του και αφού το ληστεύει, σκοτώνει εν ψυχρώ αυτόν και έναν πελάτη.

Το θέμα της φυλής είναι εμφανές σε όλη την ταινία. Όταν οRidgeman και ο Lurasetti τίθενται σε διαθεσιμότητα, ο προϊστάμενός τους (Don Johnson) παρατηρεί ότι "το να κατηγορείται κάποιος για ρατσισμό στην σημερινή δημόσια σφαίρα είναι σαν να κατηγορείται κάποιος για κομμουνισμό στη δεκαετία του '50" και προσθέτει, ότι σχόλια που έγιναν σε ιδιωτικές συνομιλίες μπορούν να καταστρέψουν την καριέρα κάποιου, παραπέμποντας στις διώξεις που υπέστη ο ίδιος ο Gibsonαπό «λάθος» λέξεις του σε ιδιωτικές συζητήσεις. Ο Ridgeman ενώ είναι ένας βραβευμένος και επιτυχημένος στην δουλειά του αστυνομικός δεν μπορεί  να πάρει προαγωγή λόγω της ασυμβίβαστης προσωπικότητάς του και η οικογένειά του ζει σε μια φτωχή, κατά κύριο λόγο μαύρη γειτονιά. 

Προσέξτε τους παρακάτω διαλόγους. Υπάρχει ευθεία κριτική στην πολιτική που μπήκε παντού εις βάρος του νόμου και του κοινού καλού, στην κουλτούρα του "αντιρατσισμού" που δημιουργεί "κακούς", στον ρόλο των δήθεν "ειδήσεων" και στην υποκρισία των ΜΜΕ. Ακόμα και ο προϊστάμενος αναγνωρίζει την βρώμικο ρόλο των media, αλλά είναι αναγκασμένος να παίξει το παιχνίδι τους.
Γνωρίζουμε ότι η κόρη του έχει δεχθεί πέντε φορές επίθεση από νεαρούς μαύρους. Η σύζυγός του θα πει το γνωστό "Δεν είμαι ρατσίστρια, αλλά. . ." και θα ζητήσει από τον σύζυγό της να μετακομίσουν σε μια καλύτερη (και πιο λευκή) γειτονιά, αλλιώς η κόρη τους θα βιαστεί και αυτοί θα καταλήξουν σε κανένα νοσοκομείο, ανήμποροι να της προσφέρουν κάποια βοήθεια. Αυτό είναι το κίνητρο για να περάσει ο Ridgeman στην παρανομία.

Ο Zahler κάνει βέβαια, μερικές παραχωρήσεις. Η φίλη τουLurasetti είναι μιγάδα. Η ταινία διαθέτει επίσης μια δευτερεύουσα ιστορία που περιλαμβάνει έναν μαύρο πρώην κατάδικο, τον HenryJohns, ο οποίος, όπως και ο Ridgeman και ο Lurasetti, στρέφεται στον εγκληματικό υπόκοσμο για να στηρίξει τη μητέρα του που έχει γίνει περιστασιακή πόρνη και τον μικρότερο αδελφό του που είναι καθηλωμένος σε αναπηρικό καρότσι. Καταλήγει να εργάζεται για τον ίδιο τύπο που παρακολουθούν οι Ridgeman και Lurasetti

Οι ιστορίες τους τρέχουν παράλληλες μεταξύ τους και θα διασταυρωθούν στην τελική πράξη, στην οποία ο Henryαποδεικνύεται να είναι ένας άνθρωπος με ακέραιο χαρακτήρα.
Η ταινία προσπαθεί να κάνει τον θεατή να δει με συμπάθεια τονHenry. Καθώς, είναι ξεκάθαρο ότι οι κεντρικοί ήρωες είναι οι δύο λευκοί αστυνομικοί, υπάρχει η αίσθηση ότι ο χαρακτήρας του υπάρχει μόνο έτσι ώστε να μην μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τον Zahler για ρατσισμό. Στο δεύτερο πλάνο της πλοκής υπάρχει οHenry και ο βοηθός του, ο Biscuit, που φαίνονται πιο φοβισμένοι και επιπόλαιοι. Ο Gibson και ο Vaughn λαμβάνουν πολύ περισσότερο χρόνο προβολής από τον Henry και το Biscuit είναι πιο δυναμικοί και αποφασισμένοι και ο θεατής μπαίνει περισσότερο στις προσωπικές τους ιστορίες και στις προσωπικότητές τους. Είναι προφανές ότι ο Zahler ενδιαφέρεται περισσότερο για αυτό το ζευγάρι. Αυτό έχει νόημα: το ερώτημα για το τι θα οδηγούσε στο έγκλημα δύο συνηθισμένους αστυνομικούς που υπερασπίζονται το νόμο, είναι πιο ενδιαφέρον από την εξέταση των κινήτρων ενός μαύρου εγκληματία που μόλις βγήκε από τη φυλακή και πιθανότατα είχε προδιάθεση να μπλεχτεί πάλι στην εγκληματικότητα.

Υπάρχει επίσης ένα αντι-φεμινιστικό υπόβαθρο στην ταινία. Το μοτίβο "damsels in distress" στο “Bone Tomahawk” και το “Brawlin Cell Block 99” επανέρχεται εδώ, με τον Ridgeman να προσπαθεί να προστατεύσει τη γυναίκα και την κόρη του. Οι Ridgeman καιLurasetti «κάνουν καψώνια» στην φιλενάδα του ισπανόφωνου εμπόρου ναρκωτικών στην αρχή της ταινίας. Στην ταινία υπάρχει μια γυναίκα που είναι ράκος ψυχολογικά και κλαίει στη σκέψη ότι θα επιστρέψει στη δουλειά της στην τράπεζα, μετά από την άδεια μητρότητας και δεν θα είναι με το παιδί της, αλλά ο σύζυγος της που μένει στο σπίτι να το προσέχει, την αναγκάζει να πάει στη δουλειά γιατί έχουν ανάγκη τα χρήματα. Στη συνέχεια, πυροβολείται και σκοτώνεται κατά τη διάρκεια της ληστείας της τράπεζας. (Ο αρχηγός των ληστών - ένας άνθρωπος που ονομάζεται Vogelman - είναι ο έμπορος ηρωίνης που θέλουν να κλέψουν ο Ridgeman και ο Lurasetti).

Ο Zahler δεν μιλάει πολύ για τις δικές του απόψεις. Ισχυρίζεται ότι δεν είναι «πολιτικό πρόσωπο» και ότι οι ταινίες του δεν οδηγούνται από κάποια ιδεολογία. Αλλά κάθε ταινία του έχει μιαpro-white κλίση: Το “Bone Tomahawk” είναι ένα Western με στοιχεία τρόμου που απεικονίζει αιμοδιψείς και άγριους Ινδιάνους που απαγάγουν λευκούς αποίκους, το “Brawl in Cell Block 99” απεικονίζει έναν λευκό άντρα (τον Vince Vaughn) που οδηγείται στη φυλακή και πρέπει να αγωνιστεί για να προστατεύσει την οικογένειά του, και το “Dragged Across Concrete” εξετάζει τη δυσκολία των λευκών ανδρών στις σύγχρονες υποβαθμισμένες πόλεις που βασιλεύει η εγκληματικότητα.

Κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί εάν ο Zahler, ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής, πραγματικά συμπαθεί με τους λευκούς άνδρες της εργατικής τάξης ή αν απλώς λειτουργεί προβοκατόρικα. Μοιράζεται την αγάπη του Τάραντινο για την ακρότητα και εκκεντρικότητα και διασκεδάζει με θέματα που είναι αίτια αντιπαράθεσης: έγραψε το σενάριο για τον “Puppet MasterTheLittlest Reich” (2018), μια ταινία για σαδιστικές ναζί μαριονέτες που ξεκινούν ένα μακελειό. Επίσης γράφει για το περιοδικό τρόμου Fangoria (που πρόσφατα το αγόρασε το στούντιο Cinestate, το οποίο παρήγαγε τις προηγούμενες ταινίες του Zahler καθώς και το “Puppet MasterThe Littlest Reich” και το θρίλερ “TheStandoff at Sparrow Creek” [2018]).

Είμαι βέβαιος ότι ο παράγοντας σοκ εξαρτάται εν μέρει από τη γοητεία που δείχνουν να ασκούν πάνω στον Zahler θέματα της «άκρας δεξιάς», αλλά οι ταινίες του έχουν επίσης αυθεντικό πνευματικό και ψυχολογικό βάθος. Ο πρωταγωνιστής του “Brawlin Cell Block 99” είναι μια μορφή σαν τον Χριστό που πρέπει να κατέβει στην κόλαση και να θυσιάσει τον εαυτό του για το καλύτερο αγαθό (την οικογένειά του). Το “Dragged AcrossConcrete” διαθέτει παρόμοια ιστορία και καταγράφει την αποξένωση, την απελπισία και τη σιωπηρή οργή των λευκών ανδρών στη σύγχρονη εποχή.

Ο Gibson και ο Vaughn είναι βέβαια και οι δύο γνωστοί για τις συντηρητικές τους απόψεις: ο Vaughn είναι ένας libertarian που υπερασπίζεται την οπλοκατοχή (όπως κι ο Kurt Russell, ο πρωταγωνιστής στο “Bone Tomahawk”) και ο Gibson είναι ένας παραδοσιακός Καθολικός που έχει βρεθεί στο στόχαστρο για τις αντισημιτικές του απόψεις. Μια φωτογραφία με τους δύο που τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της Meryl Streep κατά του Τραμπ στην τελετή των  βραβείων Χρυσής Σφαίρας το 2017, δείχνει τον Vaughn και τον Γκίμπσον να κοιτάνε με «μισό μάτι» την ηθοποιό, σε αντίθεση με το ακροατήριο γύρω τους που την αποθεώνει.

Όταν οι The New York Times πρόβαλλαν τον Λευκό ΕθνικιστήTony Hovater, οι αναγνώστες αντέδρασαν οργισμένα και υποστήριξαν ότι η απεικόνιση του ως νορμάλ ανθρώπου τον έκανε να φαίνεται καλό και συμπαθητικό («Ένα πρόσφατο βράδυ ο κ.Hovater ήταν στο σπίτι σοτάροντας αλεσμένο σκόρδο με νιφάδες τσίλι περιμένοντας τα ζυμαρικά να βράσουν"). Το άρθρο προοριζόταν σαφώς ως μια προειδοποίηση για τον «ναζί της διπλανής πόρτας», (ο Hovater έχασε την δουλειά του μετά το άρθρο) αλλά οι άνθρωποι δικαίως αναγνώρισαν ότι στην πραγματικότητα είχε ως αποτέλεσμα να κάνει τους Λευκούς εθνικιστές να φαίνονται προσιτοί. Το “Dragged Across Concrete” λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο. Οι λευκοί που παρακολουθούν την ταινία θα σχετιστούν με τον Ridgeman και τον Lurasetti και θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον αγώνα του Ridgeman να προστατεύσει την οικογένειά του και την αποξένωση του από τον σύγχρονο κόσμο.


ΚΟ / και από εδώ, 
Τεχνική υποστήριξη, κατασκευή ιστοσελίδας: Charles Bukowski(7SPY), e-mail: spy7ross7@gmail.com