από τον Bob Lazar
(απόδοση: aliengrip)
Πως είναι δυνατόν οι εξωγήινοι να διανύσουν τις αχανείς εκτάσεις του διαστήματος που απαιτείται για τα διαστρικά ταξίδια χωρίς να υπερβούν την ταχύτητα του φωτός;
Ή πως μπορούν να ταξιδέψουν σε εύλογο χρόνο και με οικονομία ανάμεσα σε σημεία που τα χωρίζουν έτη φωτός;
Η ταχύτητα του φωτός είναι περίπου 300.000 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο. Και ένα έτος φωτός είναι η απόσταση που ταξιδεύει το φως μέσα σε ένα χρόνο με αυτήν την ταχύτητα.
Για παράδειγμα, για να ταξιδέψουμε στον Εγγύτατο του Κενταύρου, στο αστρικό σύστημα του άλφα του Κενταύρου, στον αστέρα που βρίσκεται πιο κοντά σε μας, θα χρειαζόταν κάτι παραπάνω από τέσσερα χρόνια για να φτάσουμε εκεί, εάν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε με την ταχύτητα του φωτός πράγμα που δεν μπορούμε να κάνουμε.
Ένα από τα εξερευνητικά διαστημικά μας σκάφη Pioneer έχει ξεφύγει από το ηλιακό μας σύστημα και κατευθύνεται με ταχύτητα προς τον Εγγύτατο του Κενταύρου και δεν θα φτάσει εκεί παρά μετά το έτος 28.000. Αυτό είναι το μέγεθος της απόστασης που συζητάμε.
Έτσι έως τώρα, όταν εξετάζαμε τα προαπαιτούμενα για να ταξιδέψουμε σε αυτές τις αποστάσεις, πάντα έπρεπε να λαμβάνουμε υπόψη τα προβλήματα στο να ταξιδέψουμε με ταχύτητα κοντά στην ταχύτητα του φωτός. Αυτό θέτει προβλήματα στην πρόωση, στην πλοήγηση, στις χωρητικότητες καυσίμων, και ακόμα και εάν λάβουμε υπόψη τα αποτελέσματα της επιτάχυνσης στον χωρόχρονο που περιλαμβάνουν την διαστολή του χρόνου, την συστολή του μήκους, την αύξηση της μάζας και ένα σωρό άλλα πράγματα, γίνεται προφανές ότι αυτό το είδος ταξιδιού θα απαιτούσε ένα τεχνολογικό επίπεδο που δεν έχει επιτύχει ακόμα ό άνθρωπος.
Τα διαστρικά ταξίδια για τον άνθρωπο ανήκουν ακόμα στην σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Εκείνο που ισχύει για μας όμως δεν θα έπρεπε να το γενικεύουμε σε ολόκληρο το σύμπαν.
Η αλήθεια πάνω στο θέμα αυτό είναι ότι το να ταξιδέψουμε αυτές τις αποστάσεις πράγματι απαιτεί ένα επίπεδο τεχνολογίας που δεν έχει φτάσει ακόμα ό άνθρωπος, αλλά δεν έχει να κάνει σε τίποτε με το να πετάξουμε με γραμμικό τρόπο κοντά στην ταχύτητα του φωτός.
Ξέρουμε ότι η συντομότερη απόσταση ανάμεσα σε δύο σημεία είναι η ευθεία γραμμή, έτσι στο δικό μας σύμπαν πάντα υποθέταμε ότι ο πιό γρήγορος δρόμος από το σημείο Α στο σημείο Β ήταν να ταξιδέψουμε σε ευθεία γραμμή ανάμεσα σε δύο σημεία με την ταχύτητα του φωτός.
Το γεγονός είναι ότι όταν αντιμετωπίζεις τον χωρόχρονο και έχεις στην διάθεσή σου την ικανότητα να παράγεις ένα ισχυρό βαρυτικό πεδίο, ο ταχύτερος δρόμος από το σημείο Α στο σημείο Β είναι να παραμορφώσεις, ή να στρεβλώσεις, ή να λυγίσεις τον χωρόχρονο ανάμεσα στα σημεία Α και Β, φέρνοντας κοντύτερα μεταξύ τους τα σημεία Α και Β. Όσο ισχυρότερο το βαρυτικό πεδίο, τόσο μεγαλύτερη η παραμόρφωση του χωρόχρονου και συντομότερη η απόσταση ανάμεσα στα σημεία Α και Β.
Οι περισσότεροι θεωρούν τον χωρόχρονο σαν το κενό, ή σαν τίποτα και ας θυμηθούμε ότι δεν πέρασε πολύς καιρός που ο άνθρωπος πίστευε ότι ο αέρας της ατμόσφαιρας είναι τίποτα. Αλλά με τον καιρό, αντιληφθήκαμε τα συστατικά και τις ιδιότητες του αέρα στην ατμόσφαιρά μας. Στην πραγματικότητα λοιπόν, ο χωρόχρονος είναι μιά οντότητα και μιά από τις ιδιότητές του είναι ότι μπορεί να παραμορφωθεί ή να λυγίσει από ένα βαρυτικό πεδίο.
Ξέρουμε ότι η βαρύτητα λυγίζει ή παραμορφώνει τον χωρόχρονο και το φως από το γεγονός ότι μπορούμε να παρατηρήσουμε αστέρια που ξέρουμε ότι θα έπρεπε να τα κρύβει ο ήλιος. Χρησιμοποιήσαμε ραδιοτηλεσκόπια και οπτικά τηλεσκόπια γιά να χαρτογραφήσουμε αστέρες και άλλα ουράνια σώματα κατά την διάρκεια της ετήσιας τροχιάς μας γύρω από τον ήλιο, και έτσι ξέρουμε που θα πρέπει να βρίσκονται αυτά τα ουράνια σώματα. Όταν ο ήλιος είναι ανάμεσα σε εμάς και ένα αστέρι, πολλές φορές μπορούμε να δούμε το αστέρι σαν να βρισκόταν σε διαφορετική θέση.
Ξέρουμε ότι η βαρύτητα παραμορφώνει τον χρόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι εάν πάρουμε δύο συσκευές που μετρούν ελάχιστες διαφορές στον χρόνο, και διατηρήσουμε την μία στο επίπεδο της θάλασσας και μεταφέρουμε την άλλη σε μεγάλο ύψος, όταν τις ξανασυγκρίνουμε, δείχνουν διαφορετικούς χρόνους. Η διαφορά στο πέρασμα του χρόνου οφείλεται στο γεγονός ότι ένα βαρυτικό πεδίο εξασθενεί όσο απομακρυνόμαστε από την πηγή, και φυσικά σε αυτήν την περίπτωση η πηγή του βαρυτικού πεδίου είναι η γη. Έτσι η συσκευή που πήραμε σε μεγάλο ύψος εκτέθηκε σε λιγότερο ισχυρό βαρυτικό πεδίο απ' ότι η συσκευή που διατηρήσαμε στο επίπεδο της θάλασσας.
Το πείραμα Hafele-Keating: ένα τεστ για την θεωρία της σχετικότητας τον Οκτώβριο του 1971. Οι Joseph C. Hafele και Richard E. Keating ανέβασαν τέσσερα ατομικά ρολόγια καισίου σε αεροσκάφη και πέταξαν δυο φορές γύρω από την υδρόγειο, πρώτα προς ανατολάς και μετά προς δυσμάς, και μετά σύγκριναν τα ρολόγια με τα αντίστοιχα στο Ναυτικό Παρατηρητήριο των ΗΠΑ. Υπήρχε όντως διαφορά.
Μιά συσκευή που χρησιμοποιείται για να κάνει τέτοιες μετρήσεις είναι το ατομικό ρολόι και το πιό πρόσφατο ατομικό ρολόι υποτίθεται ότι δεν ξεφεύγει παραπάνω από 1 δευτερόλεπτο κάθε 1 εκατομμύριο χρόνια, για τέτοιας τάξης ακρίβεια μιλάμε. Επομένως το αποτέλεσμα ενός βαρυτικού πεδίου στον χωρόχρονο είναι κάτι που μπορέσαμε να παρατηρήσουμε αλλά δεν μπορέσαμε να πειραματιστούμε με αυτό. Αυτό οφείλεται στην αδυναμία μας να παράγουμε ένα βαρυτικό πεδίο.
Και μέχρι τώρα, μιά μεγάλη μάζα όπως ένας αστέρας, ένας πλανήτης, ή ένας δορυφόρος ήταν η μόνη πηγή ενός μετρήσιμου βαρυτικού πεδίου που αντιλαμβανόμασταν. Επομένως, όπως ακριβώς ένα βαρυτικό πεδίο γύρω από μια μεγάλη μάζα, όπως ένας πλανήτης, παραμορφώνει τον χωρόχρονο, οποιοδήποτε βαρυτικό πεδίο, είτε συναντιέται στην φύση είτε παραγόμενο, παραμορφώνει τον χωρόχρονο με παρόμοιο τρόπο.
Το ταξίδι στο διάστημα με ένα βαρυτικό προωστικό σύστημα επιτυγχάνεται παράγοντας ένα ισχυρό βαρυτικό πεδίο και χρησιμοποιώντας αυτό το πεδίο για να παραμορφωθεί ο χωρόχρονος, φέρνοντας τον προορισμό στην πηγή, και επιτρέποντας να διανυθούν πολλά έτη φωτός στο διάστημα σε λίγο χρόνο και χωρίς να γίνεται το ταξίδι με γραμμικό τρόπο με ταχύτητα κοντά στην ταχύτητα του φωτός. Τώρα το μεγάλο όφελος της παραγωγής ενός ισχυρού βαρυτικού πεδίου είναι ότι όχι μόνο μπορεί να τίθεται σε λειτουργία αλλά μπορεί να τίθεται και εκτός λειτουργίας.
Μπορούμε να παραμορφώσουμε τον χωρόχρονο και επομένως την απόσταση ανάμεσα στο σημείο που βρισκόμαστε και στο σημείο που θέλουμε να πάμε. Μπορούμε μετά να μετακινηθούμε στο σημείο που θέλουμε να πάμε, και μετά να σταματήσουμε να παράγουμε το βαρυτικό πεδίο, επιτρέποντας στον χωρόχρονο να επιστρέψει στην φυσιολογική του μορφή. Με αυτό τον τρόπο, μπορούμε να ταξιδέψουμε μεγάλες αποστάσεις με ελάχιστη γραμμική μετακίνηση και έτσι η παραμόρφωση του χωρόχρονου μεταφράζεται σε μειωμένη απόσταση.
Μέχρι τώρα, χρησιμοποίησα τον όρο "παραγωγή" για να περιγράψω την δυνατότητα παραγωγής ενός βαρυτικού πεδίου, αλλά εφ'όσον δεν γνωρίζω κανέναν τρόπο παραγωγής ενός βαρυτικού πεδίου από το τίποτα, ένας πιο σωστός όρος ίσως θα ήταν "προσπέλαση και ενίσχυση" ενός βαρυτικού πεδίου. Και αυτό εννοώ όταν χρησιμοποιώ τον όρο "παραγωγή". Για να κατανοήσει κάποιος πως η βαρύτητα μπορεί να "παραχθεί" ή να "προσπελασθεί και να ενισχυθεί", πρέπει πρώτα να ξέρει τι είναι η βαρύτητα.
Υπάρχουν στην εποχή μας δύο κύριες θεωρίες για την βαρύτητα. Η "κυματική" θεωρία που υποστηρίζει ότι η βαρύτητα είναι ένα κύμα και η άλλη είναι η θεωρία που περιλαμβάνει τα "γκραβιτόνια", που είναι υποτιθέμενα υπο-ατομικά σωματίδια που συμπεριφέρονται σαν βαρύτητα, η οποία με την ευκαιρία που το αναφέρουμε, είναι εντελώς ανοησία. Το γεγονός ότι η βαρύτητα είναι ένα κύμα έχει προκαλέσει τους κλασικούς επιστήμονες να υποθέσουν πολυάριθμα υπο-ατομικά σωματίδια που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα και αυτό έχει προκαλέσει μεγάλη πολυπλοκότητα και σύγχυση στην μελέτη της σωματιδιακής φυσικής.
Οι φυσικοί αποκαλούν μερικές φορές τα κύματα βαρύτητας "κυματισμούς στο χωροχρόνο," όπου ο χωροχρόνος περιλαμβάνει το χρόνο καθώς και τις 3 συνήθεις χωρικές διαστάσεις. Η βαρύτητα σε αυτό το τετραδιάστατο σύμπαν, περιγράφεται με μεγάλη ακρίβεια από την Θεωρία της Σχετικότητας. Επειδή όμως είναι αδύνατον να οραματιστούμε το τετραδιάστατο σύμπαν, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μια ελαστική επιφάνεια, όπως ένα τραμπολίνο ως ένα απλουστευμένο μοντέλο για το χώρο-χρόνο σε 3 διαστάσεις και να αποτυπώσουμε έτσι τα βαρυτικά κύματα. Στην εικόνα δεξιά, καλλιτεχνική απεικόνιση των βαρυτικών κυμάτων που προέρχονται από δύο μαύρες τρύπες που περιστρέφονται σε τροχιά η μια γύρω από την άλλη
Εν πάσει περιπτώσει, η βαρύτητα είναι ένα κύμα και υπάρχουν δυο διαφορετικά είδη βαρύτητας. Η βαρύτητα Α και η βαρύτητα Β. Η βαρύτητα Α λειτουργεί σε "μικρο" κλίμακα και η βαρύτητα Β λειτουργεί σε μεγαλύτερη "μακρο" κλίμακα. Είμαστε εξοικειωμένοι με την βαρύτητα Β, είναι το μεγάλο βαρυτικό κύμα που συγκρατεί την γη, καθώς και τους υπόλοιπους πλανήτες σε τροχιά γύρω από την γη και συγκρατεί την σελήνη καθώς και τους ανθρώπινους δορυφόρους, σε τροχιά γύρω από την γη.
Δεν είμαστε εξοικειωμένοι με την βαρύτητα Α. Είναι το μικρό βαρυτικό κύμα που είναι η κυριότερη συνεισφέρουσα δύναμη που συγκρατεί την "μάζα" που αποτελεί όλα τα πρωτόνια και τα νετρόνια.
Πρέπει να διαθέτουμε τουλάχιστον ένα άτομο κάποιας ουσίας για να θεωρείται αυτή "ύλη". Τουλάχιστον ένα πρωτόνιο και ένα ηλεκτρόνιο και τις περισσότερες περιπτώσεις ένα νετρόνιο. Οτιδήποτε λιγότερο από ένα άτομο όπως τα up quarks και τα down quarks που αποτελούν τα πρωτόνια και τα νετρόνια, ή τα πρωτόνια, τα νετρόνια ή ηλεκτρόνια, μεμονωμένα θεωρούνται ότι είναι μάζα και δεν αποτελούν "ύλη" μέχρι να σχηματίσουν ένα άτομο. Γιαυτό λοιπόν ανέφερα ότι η βαρύτητα Α συγκρατεί την "μάζα" ή το "υλικό" που αποτελεί τα πρωτόνια και νετρόνια. Όταν ένα άτομο δημιουργείται, η ηλεκτρομαγνητική δύναμη είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας.
Η βαρύτητα Α είναι αυτό που σήμερα καλείται "ισχυρή πυρηνική δύναμη" στην συμβατική φυσική και η βαρύτητα Α είναι το κύμα που χρειάζεται να "προσπελασθεί και να ενισχυθεί" για να μπορεί να προκληθεί η χωροχρονική παραμόρφωση που είναι απαραίτητη για "πρακτικά" διαστρικά ταξίδια.
Σαν μνημονικό κανόνα, αρκεί κανείς να θυμάται ότι η βαρύτητα Α λειτουργεί στην "Α"τομική ή στην πραγματικότητα στην υπο-"Α"τομική κλίμακα ενώ η βαρύτητα Β είναι το βαρυτικό κύμα που λειτουργεί σε αστρικό ή πλανητικό επίπεδο. Όμως, μην κάνουμε το λάθος να αντιστοιχήσουμε την ισχύ αυτών των κυμάτων με το μέγεθός τους, γιατί η βαρύτητα Α είναι πολύ ισχυρότερη από την βαρύτητα Β. Μπορεί κανείς στιγμιαία να διακόψει την δράση του πεδίου βαρύτητας Β της γης απλά πηδώντας στον αέρα. Άρα αυτό δεν είναι ένα ισχυρό μαγνητικό πεδίο.
Το να εντοπισθεί η βαρύτητα Α δεν είναι πρόβλημα γιατί βρίσκεται στον πυρήνα κάθε ατόμου όλης της ύλης εδώ στην γη και σε όλη την ύλη οπουδήποτε αλλού στο σύμπαν που ξέρουμε. Όμως το να προσπελασθεί η βαρύτητα από τα στοιχεία που συναντώνται στην φύση πάνω στην γη είναι ένα μεγάλο πρόβλημα.
Και στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζω οποιονδήποτε τρόπο για να προσπελασθεί το κύμα βαρύτητας Α χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε γήινα στοιχεία, είτε συναντώνται στην φύση είτε συντίθενται και να γιατί... Ήδη έχουμε μάθει ότι η βαρύτητα Α είναι μια βασική δύναμη που συγκρατεί την μάζα που αποτελεί τα πρωτόνια, νετρόνια και άλλα υπο-ατομικά σωματίδια. Αυτό σημαίνει ότι η βαρύτητα Α που προσπαθούμε να προσπελάσουμε είναι ουσιαστικά απροσπέλαστη γιατί βρίσκεται μέσα στην ύλη, ή τουλάχιστον μέσα στην ύλη που έχουμε εδώ στην γη.
Όμως η γη δεν είναι αντιπροσωπευτική όλης της ύλης του σύμπαντος. Η ύλη που εναπομένει μετά την δημιουργία ενός ηλιακού συστήματος εξαρτάται απολύτως από τους συμβάλλοντες παράγοντες που ήταν παρόντες κατά την διάρκεια της δημιουργίας εκείνου του ηλιακού συστήματος.
Αυτό αληθεύει είτε πιστεύει κανείς ότι η αρχή του σύμπαντος ήταν ένα εξελικτικό γεγονός είτε ότι ένα υπέρτατο ον προκάλεσε αυτό το γεγονός. Οι δύο κύριοι παράγοντες που προσδιορίζουν τι ύλη εναπομένει μετά την δημιουργία ενός ηλιακού συστήματος είναι το ποσό της ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας και το ποσό της μάζας που είναι παρόντα κατά την διάρκεια της δημιουργίας του ηλιακού συστήματος. Το ηλιακό μας σύστημα έχει έναν αστέρα, που είναι ο Ήλιος μας. Αλλά η πλειοψηφία των ηλιακών συστημάτων στον Γαλαξία μας είναι διπλά ή πολλαπλά αστρικά συστήματα που έχουν περισσότερους από έναν ήλιους.
Το αστρικό σύστημα Άλφα Κενταύρου είναι ένα τριπλό αστρικό σύστημα στο οποίο βρίσκεται ο Εγγύτατος του Κενταύρου και δύο ακόμα αστέρες: ο άλφα Κενταύρου Α και ο άλφα Κενταύρου Β. Στην εικόνα κάτω, το μέγεθος του Ηλίου σε σύγκριση με άλλους πολύ γνωστούς αστέρες.
Στην πραγματικότητα, πολλά μονοαστρικά ηλιακά συστήματα έχουν αστέρες που είναι τόσο μεγάλοι που ο ήλιος μας θα έμοιαζε σαν νάνος σε σύγκριση μαζί τους. Εαν αναλογιστούμε όλα αυτά, θα πρέπει να είναι προφανές ότι ένα μεγάλο, μονοαστρικό σύστημα, σύστημα διπλών αστέρων, ή σύστημα πολλαπλών αστέρων θα είχε περισσότερη από την απαιτούμενη μάζα και την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια παρούσες κατά την διάρκεια της δημιουργίας τους.
Οι επιστήμονες εδώ και καιρό έχουν εκφράσει θεωρίες ότι υπάρχουν πιθανοί συνδυασμοί πρωτονίων και νετρονίων που θα μπορούσαν να παρέχουν σταθερά στοιχεία με ατομικούς αριθμούς ανώτερους από όσους υπάρχουν στον περιοδικό μας πίνακα, αν και κανένα από αυτά τα βαριά στοιχεία δεν συναντάται στην φύση πάνω στην γη.
Μερικά στοιχεία βαρύτερα απότο ουράνιο συναντώνται στην γη σε ίχνη, αλλά ως επι το πλείστον, συνθέτουμε αυτά τα βαρύτερα στοιχεία στα εργαστήρια. Μιλώντας γενικά, η σταθερότητα αυτών συνθετικών, βαρέων στοιχείων μειώνεται καθώς ο ατομικός τους αριθμός αυξάνεται.
Όμως, πειράματα στο εργαστήριο έρευνας βαρέων ιόντων στην Γερμανία έχουν δείξει οτι ίσως αυτό να αληθεύει μόνο έως ένα ορισμένο σημείο καθώς ο χρόνος υποδιπλασιασμού για το στοιχείο 109 είναι μεγαλύτερος από εκείνον του στοιχείου 108. Αυτό δείχνει ότι μπορεί να βρίσκονται στο κατώφλι μιας νησίδας σταθερότητας στον περιοδικό πίνακα.
Η συμβατική φυσική προβλέπει θεωρητικά την ύπαρξη μιας "νησίδας σταθερότητας" όπου λόγω της γεωμετρικής κατανομής των πρωτονίων και των νετρονίων τους, κάποιοι υπερ-βαρείς πυρήνες μπορεί να είναι σταθεροί
Τα γνωστά σήμερα ισότοπα των βαρέων και υπερβαρέων στοιχείων. Το μπλε φόντο δείχνει τη σταθερότητα των πυρήνων που βρίσκονται στην αντίστοιχη περιοχή. Οι σκουρότερες περιοχές αντιστοιχούν σε πιο σταθερούς πυρήνες. Η γραμμή με διαφορετικό χρώμα που επισημαίνεται με το κόκκινο βέλος αντιστοιχεί στα ισότοπα του στοιχείου 115 (πυρήνες με 115 πρωτόνια αλλά με διαφορετικό αριθμό νετρονίων) από τα οποία έχουν ανακαλυφθεί μόνο 4 βραχύβια ισότοπα. Οι θέσεις με τα ερωτηματικά δείχουν ισότοπα του στοιχείου 115 που δεν έχουν ανακαλυφθεί αλλά προβλέπεται θεωρητικά οτι είναι πιθανόν να εμφανίζουν μεγάλη σταθερότητα. (πηγή:δες εδώ)
Τα ισότοπα του στοιχείου 115 (Uup - Ununpentium) που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι τώρα είναι εξαιρετικά ασταθή:
Όλα τα παραπάνω ισότοπα του στοιχείου 115, που προκύπτουν από πυρηνικές συγκρούσεις ελαφρότερων πυρήνων, είναι σοβαρά ελλειματικά σε νετρόνια, επειδή η αναλογία των νετρονίων και πρωτονίων που απαιτείται για μέγιστη σταθερότητα αυξάνει με τον ατομικό αριθμό. Το πιο σταθερό ισότοπο πιθανότατα θα είναι το 299Uup, με 184 νετρόνια, ένας γνωστός "μαγικός" αριθμός κλειστών στιβάδων που προσδίδει εξαιρετική σταθερότητα, καθιστώντας το (με ένα περισσότερο πρωτόνιο πάνω από τον "μαγικό αριθμό" των 114 πρωτονίων) το χημικό και πυρηνικό ομόλογο του 209Bi (Βισμούθιο)- αλλά η τεχνολογία που απαιτείται για να προστεθούν τα απαιτούμενα νετρόνια σήμερα δεν υπάρχει. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει ένας γνωστός συνδυασμός στόχου-βλήματος που να μπορεί να παρέχει τα απαιτούμενα νετρόνια. (πηγή: δες εδώ)
- 287Uup το 2003 με χρόνο ημιζωής 32ms
- 288Uup το 2003 με χρόνο ημιζωής 173ms
- 289Uup το 2009 με χρόνο ημιζωής 169ms
- 290Uup το 2009 με χρόνο ημιζωής 16ms
Το θέμα είναι ότι οι παρατηρήσεις και οι θεωρίες μας είναι ακριβείς και το γεγονός είναι ότι βαρύτερα, σταθερά στοιχεία με μεγαλύτερους ατομικούς αριθμούς που έχουν περισσότερα πρωτόνια, νετρόνια και ηλεκτρόνια από οποιαδήποτε γήινα στοιχεία πραγματικά υπάρχουν.
Μέχρι αυτό το σημείο στην Ιστορία, δεν υπήρχαν απτές αποδείξεις που να αποδεικνύουν αυτό... τώρα η απόδειξη είναι εδώ και βρίσκεται στην κατοχή της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η πιο σημαντική ιδιότητα αυτών των βαρύτερων, σταθερών στοιχείων είναι ότι το κύμα βαρύτητας Α είναι τόσο άφθονο που ουσιαστικά προεκτείνεται πέρα από την περίμετρο του ατόμου. Αυτά τα βαρύτερα, σταθερά στοιχεία κυριολεκτικά έχουν το δικό τους πεδίο βαρύτητας Α γύρω τους, επιπρόσθετα στο πεδίο βαρύτητας Β που βρίσκεται σε όλη την ύλη.
Κανένα άτομο που συναντάται στην φύση πάνω στην γη δεν έχει αρκετά πρωτόνια και νετρόνια ώστε το συσσωρευμένο κύμα βαρύτητας Α να εκτείνεται πέρα από την περίμετρο του ατόμου ώστε να μπορεί κάποιος να το προσπελάσει. Τώρα άν και η απόσταση που το κύμα βαρύτητας Α εκτείνεται πέρα από την περίμετρο του ατόμου είναι απειροελάχιστη, είναι προσπελάσιμη και έχει πλάτος, μήκος κύματος και συχνότητα, όπως οποιοδήποτε άλλο κύμα στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα. Όταν καταφέρει κάποιος να προσπελάσει το κύμα βαρύτητας Α, μπορεί να το ενισχύσει όπως ενισχύονται άλλα ηλεκτρομαγνητικά κύματα.
Σύμφωνα με έγγραφα που διάβασε ο Lazar στην μυστική βάση S4, οι δίσκοι πετάνε ενισχύοντας τα κύματα βαρύτητας. Η βαρύτητα είναι στην πραγματικότητα δύο κύματα, που προσδιορίζονται ως βαρύτητα Α και βαρύτητα Β. Η βαρύτητα Α βρίσκεται στο ατομικό επίπεδο. Όμως, το κύμα βαρύτητας δεν εκτείνεται πέρα από τον μοριακό δεσμό εκτός από την περίπτωση του στοιχείου 115. Αυτή η ελάχιστη προέκταση του κύματος στο στοιχείο 115 επιτρέπει ώστε το κύμα να μπορεί να προσπελασθεί και να ενισχυθεί. Η τρέχουσα ονομασία της βαρύτητας Α είναι η γνωστή ισχυρή πυρηνική δύναμη.spy