Τὸ 1919 ὁ Κεμὰλ Ἀτατοῦρκ, ὡς «πατέρας τοῦ ἔθνους» καὶ τῆς ἐθνικιστικῆς τοῦ ἰδεολογίας, θὰ ἀποτολμήση νὰ χαρακτηρίσῆ τὸ Ἰσλὰμ ὡς «μιὰ παράλογη θεολογία ἐνὸς ἀνηθίκου Βεδουίνου» καὶ ὡς «ἕνα ἀποσυντεθειμένο πτῶμα ποὺ δηλητηριάζει τὴν ζωή μας».
Κατήργησε ἐπισήμως τὸ ὀθωμανικὸ χαλιφᾶτο καὶ ἵδρυσε τὸ σύγχρονο τουρκικὸ κράτος.
Κατήργησε ἐπισήμως τὸ ὀθωμανικὸ χαλιφᾶτο καὶ ἵδρυσε τὸ σύγχρονο τουρκικὸ κράτος.
Ἡ ὀθωμανοποίησις (ottomanization) διὰ τῆς βίας ὅλων τῶν κατοίκων, ἀποφασίζεται τελεσίδικα. Τὸ μέσον θὰ ἦταν οἱ ἐξοπλισμένοι Μουσουλμᾶνοι.Γιὰ νᾶ ἐπιτύχῃ τὸν σκοπό τοῦ δεν διστασε πότε να προβει σὲ θηριωδιες καὶ ἀγριότητες,συχνὰ χρησιμοποιώντας τὸν λαό του καὶ τὰ ἔνστικτά του, ἀπαλλάσσοντας τὴν ἐπίσημη ἐξουσία ἀπὸ τὶς εὐθυνες (π.χ. Γενοκτονίες).
Ὁ Ρ.Τ. Ἐρντογὰν 1997. «Τὰ τζαμιὰ εἶναι τὰ στρατόπεδά μας, οἱ μιναρέδες εἶναι οἱ ξιφολόγχες μας, οἱ τροῦλοι εἶναι τὰ κράνη μας καὶ οἱ πιστοὶ εἶναι οἱ στρατιῶτες μας.»
Ὁ «ἐξοργισμένος – ἀπὸ τοὺς προδότες –τουρκικὸς λαός» θὰ ἐπωμισθεῖ καὶ πάλι τὸ ἱστορικὸ βάρος τοῦ ἐγκλήματος, ἀπαλλάσσοντας καὶ πάλι τὴν ἐπίσημη ἐξουσία ἀπὸ τὴν εὐθύνη τῆς νέας ἐπερχομένης γενοκτονίας καὶ τὴν συνοπτικὴ ἐξόντωση ὅλων τῶν «ἀπίστων» ἀπὸ τὶς νέες ἐμφανιζομένες ἰσλαμικὲς «ὁμάδες τοῦ θεοῦ».