Η παρούσα ανάρτηση παίρνει αφορμή από εδώ, όπου δημοσιεύεται ένας διαδικτυακός διάλογος μεταξύ ενός Έλληνα δασκάλου της γιόγκα και ενός ορθόδοξου χριστιανού. Θα ήθελα να μοιραστώ με κάθε ενδιαφερόμενο μερικά σχόλια ως προς τις θέσεις του γιόγκι, που μπορείτε να διαβάσετε μπαίνοντας στοlink. Σκοπός αυτού του άρθρου δεν είναι να αποστομώσω κάποιον, αλλά να συμβάλω, αν είναι δυνατόν, με τη βοήθεια του Θεού, στο ξεκαθάρισμα μερικών θεμάτων και στη σωτηρία των συνανθρώπων μου, που έχουν τόση ανάγκη απ’ αυτήν όση κι εγώ.
Φυσικά, είναι δύσκολο να σχολιαστεί όλο το κείμενο· θα έπρεπε να γράψουμε ένα βιβλίο. Επιτρέψτε μου όμως να τοποθετηθώ για μερικά ζητήματα, που θεωρώ σημαντικά.
Προκαταβολικά ας αναφέρω ότι θ’ αφήσω έξω από τη συζήτηση τα μακρά παραθέματα για δήθεν διωγμούς αντιφρονούντων από την Ορθόδοξη Εκκλησία στα Βυζαντινά χρόνια, παραθέματα προερχόμενα κατά κανόνα από σκληρό αθεϊστικό ιστολόγιο. Το ζήτημα αυτό έχει απαντηθεί αναλυτικά και διεξοδικά σε σειρά άρθρων, που μπορεί κάθε ενδιαφερόμενος να διαβάσει εδώ.
Ιδιαίτερα για τη θέση των αγίων της Ορθοδοξία μπορείτε να δείτε τα:
Η αυτοκρατορική εξουσία στο Βυζάντιο δίωξε πολλές φορές τους αγίους, όπως και τους αιρετικούς. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι οργάνωση, αλλά σώμα Χριστού. Όχι μόνο επίσκοποι ή ηγούμενοι, αλλά ακόμη και πατριάρχες μπορεί να πλανηθούν ή να διαπράξουν εγκλήματα. Δεν ταυτίζονται όμως αυτοί με την Εκκλησία. Οι άγιοι δεν είναι κοντόφθαλμοι φανατικοί, αλλά παγκόσμιοι άνθρωποι, σε σχέση αρμονίας και αγάπης όχι μόνο με όλους τους ανθρώπους, αλλά και με όλη την κτίση. Ολίγα για την αντιμετώπιση των αμαρτωλών εδώ.
Και τώρα περί γιόγκα:
Α) Ο σοβαρός χριστιανός, ας το έχουμε υπόψιν, αποσκοπεί στην ένωσή του με το Θεό εν Χριστώ ή, για να το πω απλά και λαϊκά, στο να πάει στον παράδεισο. Αυτό σημαίνει ότι γίνεται παγκόσμιος άνθρωπος, γεμάτος αγάπη και ενωμένος με όλα τα πλάσματα (όχι όμως από μόνος του, αλλά επειδή είναι ενωμένος με τον Τριαδικό Θεό διά του Χριστού). Δεν βλέπει το χριστιανισμό ως ένα σύνολο όμορφων εθίμων ή ως μια πολιτισμική κληρονομιά, ούτε όμως και ως μια πρακτική παρόμοια με τη μαγεία, που αποσκοπεί σε γήινα οφέλη (υγεία, πλούτο, επαγγελματική αποκατάσταση κ.τ.λ.). Οι περισσότεροι χριστιανοί δυστυχώς είναι δέσμιοι αυτών των παρεξηγήσεων, γι’ αυτό και δεν ανακαλύπτουν το θησαυρό της ένωσης με το Θεό, αλλά αναζητούν υποκατάστατα σε μυστικιστικές πρακτικές των ανατολικών θρησκειών, από τις οποίες η γιόγκα είναι η πιο διαδεδομένη.
Ένας ορθόδοξος χριστιανός λοιπόν με συνεπή πνευματική ζωή (μέρος της οποίας είναι και ο ηθικός αγώνας, καθώς και οι λατρευτικές πρακτικές του χριστιανισμού, από την προσευχή ώς τη θεία κοινωνία) δεν χρειάζεται τη γιόγκα. Η σχέση του με το Θεό (τον Τριαδικό Θεό διά του Ιησού Χριστού), το συνάνθρωπο και όλα τα όντα, καθώς και η αύξηση της θείας χάριτος μέσα του, του προσφέρει όλη τη γαλήνη, την αγάπη και την πνευματική τελειοποίηση που χρειάζεται.
Υπάρχουν τέτοιοι χριστιανοί, όχι μόνοι οι άγιοι των βιβλίων, αλλά και χιλιάδες απλοί άνθρωποι που ζουν γύρω μας. Δε θα τους βρείτε πιθανώς στα δελτία ειδήσεων ή στα θορυβώδη χριστιανικά ιστολόγια, αλλά θα βρείτε κάποιους στην ενορία σας ή στα ορθόδοξα μοναστήρια της περιοχής σας ή λίγο παραπέρα, αν κοιτάξετε με προσοχή.
Δεν είμαι μάντης, ούτε κριτής και τιμητής των πάντων, αλλά επιτρέψτε μου να προβώ σ’ έναν ισχυρισμό, που νομίζω πως ξέρετε κι εσείς, όπως κι εγώ, ότι είναι αληθής: Όλοι όσοι ασκούν τη γιόγκα είτε δεν είναι χριστιανοί, είτε είναι χριστιανοί με μικρή γνώση του χριστιανισμού και πιθανόν μπερδεμένες απόψεις, συνοδευόμενες με μια τυπική, επιφανειακή σχέση με τη χριστιανική πνευματική κληρονομιά. Οι ίδιοι βέβαια – και αυτό είναι το χειρότερο – ίσως να νομίζουν εγωιστικά ότι είναι άριστοι χριστιανοί και μάλιστα καλύτεροι από «τους άλλους, τους θρησκόληπτους, φανατικούς και αγράμματους». Πιθανόν να μην εκφράζονται έτσι επιθετικά, αλλά απλώς να βλέπουν με συμπάθεια (πάντως αφ’ υψηλού) τους παραδοσιακούς χριστιανούς (δηλ. τους πραγματικούς χριστιανούς, ταπεινούς και απλούς) ως ημιμαθείς και εγκλωβισμένους σε παρωχημένες προκαταλήψεις.
Ίσως όμως και να μην έχουν δει ποτέ πραγματικούς χριστιανούς, αλλά μόνο φανατικούς και θρησκόληπτους. Αυτό είναι θλιβερό, αλλά δεν πρέπει να το γενικεύουν και να νομίζουν ότι αυτό είναι (ή ότι αυτό προκαλεί στον άνθρωπο) ο χριστιανισμός. Ο χριστιανισμός πάντως δεν είναι «μόνο ο Χριστός», αλλά και εκατομμύρια άνθρωποι (όχι μόνο στην Ελλάδα ούτε μόνο στην εποχή μας) που ακολουθούν το δρόμο Του.
Β) Ό,τι κι αν λένε οι υπέρμαχοι της γιόγκα στο δυτικό κόσμο, η γιόγκα είναι μια ινδουιστική μέθοδος, με την οποία ο πιστός ινδουιστής αποσκοπεί στην αποκοπή του από τον κόσμο (που τον θεωρεί ψευδαίσθηση), το σταμάτημα των χιλιάδων μετενσαρκώσεων (που ο ινδουισμός πιστεύει ότι συμβαίνουν όσο τα όντα είναι ατελή, και τους προκαλούν οδύνη) και στην ένωσή του με το Μπράχμαν, τον «ποταμό των υπάρξεων», ή με μια συγκεκριμένη ινδουιστική θεότητα, την οποία λατρεύει και την ταυτίζει με το Μπράχμαν.
Η επίτευξη αρμονίας, υγείας, ξεχωριστών ικανοτήτων κ.τ.λ. είναι μόνο ενδιάμεσα σκαλοπάτια στο δρόμο της γιόγκα, το τέρμα του οποίου είναι η μόξα (λύτρωση από τις μετενσαρκώσεις).
Στο σκοπό αυτό θεωρείται ότι συμβάλλουν και τα μάντρας, δηλ. οι τελετουργικές φράσεις (όπως το ομ), που συνιστούν επικλήσεις ινδουιστικών θεών. Ο σχολιαστής της Μπαγκαβάντ Γκιτά Σουάμι Πραμπουπάντα, διδάσκαλος της κίνησης «Χάρε Κρίσνα», γράφει: «Το ομ δεν είναι παρά η απρόσωπη απεικόνιση του Κυρίου [Κρίσνα] και περιέχεται στο μάχα-μάντρα Χάρε Κρίσνα» (στο: Η Αυτού Θεία Χάρη Α. Τσ. Μπακτιβεντάντα Σουάμι Πραμπουπάντα, Η Μπαγκαβάντ Γκιτά όπως είναι, Bhaktivedanta Book Trust 1980, σελ. 224 – από αυτή την έκδοση προέρχονται τα παραθέματα της Μπαγκαβάντ Γκιτά που θα ακολουθήσουν).
Ο Κλάους Κένεθ, πρώην γιόγκι που μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία (θα μιλήσουμε γι’ αυτόν παρακάτω) γράφει: «Φυσικά, υπάρχει στον Ινδουισμό μια πληθώρα από μάντρα, τα οποία όλα συνδέονται με ινδουιστικές θεότητες. Δεν είναι τίποτε άλλο από κωδικοποιημένες ονομασίες θεών» (στο βιβλίο του Θεοί, είδωλα, γκουρού, Εν πλω 2012, σελ. 89).
Η Μπαγκαβάντ Γκιτά, το ιερό κείμενο της λατρείας του θεού Κρίσνα (ενσάρκωσης του Βίσνου, ενός από τους κυριότερους θεούς του ινδουισμού), διδάσκοντας τη γιόγκα ως τέλειο τρόπο ένωσης του ανθρώπου με τον Κρίσνα, μεταξύ άλλων αναφέρει:
Κρίσνα & Αρτζούνα |
«Μ’ αυτόν τον τρόπο, με τον έλεγχο του σώματος, του νου και των πράξεων, ο γιόγκι, θέτοντας τέλος στην υλική του ύπαρξη, φθάνει στην κατοικία Μου» (κεφ. 6, στ. 15).
«Ο γιόγκι που έχει το νου του συγκεντρωμένο πάνω Μου γνωρίζει χωρίς αμφιβολία την υπέρτατη ευτυχία. Έχοντας καταλάβει ότι η φύση του συμμετέχει του Απολύτου, είναι ήδη απελευθερωμένος· ο νους του είναι γαλήνιος, τα πάθη του κατευνασμένα. Είναι ελεύθερος από κάθε αμαρτία. Βρισκόμενος στο στάδιο της πνευματικής συνειδητοποίησης, εξαγνισμένος από κάθε υλικό μίασμα, ο γιόγκι απολαμβάνει την υπέρτατη ευτυχία σε συνεχή ενότητα με το Απόλυτο.
Ο αληθινός γιόγκι βλέπει Εμένα σε όλα τα όντα και όλα τα όντα σε Μένα. Πράγματι, ένας άνθρωπος με πνευματική συνείδηση Με βλέπει παντού.
Εκείνος που Με βλέπει παντού και βλέπει τα πάντα σε Μένα δεν χωρίζεται ποτέ από Μένα, όπως κι Εγώ δεν χωρίζομαι ποτέ απ’ αυτόν. Ο γιόγκι, γνωρίζοντας ότι είμαι ένα και το αυτό με την Υπέρτατη Ψυχή, που βρίσκεται μέσα στην καρδιά όλων των πλασμάτων, Με λατρεύει και ζει πάντα μέσα Μου» (στ. 27-31).
Τι βλέπει δηλαδή παντού ο γιόγκι; Όχι «το Θεό» (έτσι γενικά και αόριστα), αλλά τη συγκεκριμένη θεότητα, που τη θεωρεί ως το Απόλυτο, την Υπέρτατη Ψυχή (Μπράχμαν), τον Κρίσνα. Συγχωρέστε με, αλλά αυτό σημαίνει λατρεία του Κρίσνα, που – ανεξάρτητα από το πώς θα το θέσει κάθε υποστηρικτής της γιόγκα – είναι μια ειδωλολατρική θεότητα.
«Και απ’ όλους τους γιόγκι εκείνος που, με τέλεια πίστη, κατοικεί πάντα μέσα Μου και Με λατρεύει υπηρετώντας Με με αγάπη, αυτός είναι ο ανώτερος και ο πιο στενά συνδεδεμένος μαζί Μου» (στ. 47).
«Οι μεγάλοι σοφοί που βρίσκονται στο πνευματικό επίπεδο της ολοκληρωτικής απάρνησης, γνώστες των Βεδών, και οι οποίοι ψάλλουν το ομκάρα, εισέρχονται στο Μπραμάν» (δηλ. το Μπράχμαν, κεφ. 8, στ. 11).
«Έτσι, έχοντας πραγματοποιήσει την εξάσκηση του γιόγκα και απαγγέλλοντας την ιερή συλλαβή ομ, που είναι ο υπέρτατος συνδυασμός γραμμάτων, εκείνος ο οποίος τη στιγμή του θανάτου σκέπτεται Εμένα, το Θεό, το Υπέρτατο Πρόσωπο, θα φθάσει σίγουρα στους πνευματικούς πλανήτες. Επειδή είναι συνεχώς απασχολημένος με την αφοσιωμένη υπηρεσία, όποιος Με θυμάται πάντα, χωρίς να παρεκκλίνει, φθάνει εύκολα σε Μένα, ω γιε της Πριτά. Αφού φθάσουν κοντά Μου και αποκτήσουν την ανώτερη τελειότητα, αυτές οι ευγενικές ψυχές, γιόγκι γεμάτοι ευσέβεια, δε θα επιστρέψουν ποτέ πια σε τούτον τον εφήμερο κόσμο, όπου κυριαρχεί η δυστυχία» (στ. 13-15).
Πολλές φορές η Μπαγκαβάντ Γκιτά εμφανίζει εντυπωσιακές ομοιότητες με χριστιανικά ασκητικά κείμενα. Αυτό είναι το χειρότερο, γιατί με ένα επίχρισμα αλήθειας προχωρεί στη λατρεία μιας ειδωλολατρικής θεότητας:
«Άκου τα λόγια μου, που προφέρονται για το καλό σου. Σκέψου πάντα Εμένα και γίνε λάτρης Μου, πρόσφερέ Μου την υποταγή σου, λάτρευέ με και ασφαλώς θα έλθεις κοντά Μου. Σου το υπόσχομαι γιατί εσύ είσαι ένας φίλος, άπειρα αγαπητός σε Μένα» (κεφ. 18, στ. 64-65). Αυτά λέει ο Κρίσνα, «ο Κύριος όλων των γιόγκα» και «όλων των γιόγκι» (στ. 74-78).
Τώρα, ένας γιόγκι θα απαντήσει: πώς ξέρεις ότι ο αληθινός Θεός είναι ο Χριστός και όχι ο Κρίσνα; Σ’ αυτό επιφυλάσσομαι να απαντήσω παρακάτω. Για το θέμα πάντως των ομοιοτήτων της Μπαγκαβάντ Γκιτά με χριστιανικά κείμενα, προτείνω το άρθρο «Μπαγκαβάντ Γκιτά και χριστιανισμός».
Οι γκουρού ιεραπόστολοι που εμφανίστηκαν στο δυτικό κόσμο από τις αρχές του 20ού αιώνα και οι οποίοι είναι πλέον πολυπληθείς, μετέβαλαν τη λατρεία των θεών σε συμβολισμό, στηρίχτηκαν στο θεμελιώδες ινδουιστικό δόγμα ότι το άτμαν (ψυχή) ταυτίζεται με το Μπράχμαν και διαφήμισαν στους ανθρώπους ότι μέσα τους θα βρουν ό,τι χρειάζονται για την πνευματική και ηθική τους τελειοποίηση.
Ο χριστιανός όμως, εκτός του ότι έχει στην παράδοσή του ό,τι χρειάζεται γι’ αυτό το σκοπό (όπως ήδη είπαμε), γνωρίζει ότι δεν θα βρει την τελειοποίηση στις μεθόδους του ινδουισμού, γιατί δεν έχουν το πιο βασικό στοιχείο που ο ίδιος χρειάζεται, το Χριστό.
«Έχω το Χριστό» δεν σημαίνει ότι διαλογίζομαι φανταζόμενος το Χριστό ή ψάλλοντας το όνομά Του σαν μάντρα (στην προσευχή, σημειωτέον,απευθυνόμαστε στο Χριστό, δεν διαλογιζόμαστε μηχανικά πάνω στο θέμα «Χριστός»). Έχω το Χριστό σημαίνει ότι είμαι κανονικό μέλος της Εκκλησίας Του, δηλ. εγκαταλείπω τον εγωκεντρικό ατομικό δρόμο μου και γίνομαι ένα σώμα και με τους άλλους χριστιανούς, καθώς επίσης και με τους αγγέλους, τους αγίους, τους κεκοιμημένους…
Το ότι η Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία και όχι οι ποικίλες προτεσταντικές ή άλλες ομάδες, αφήνω να το πουν οι πολλοί χριστιανοί που μεταστράφηκαν στην Ορθοδοξία μετά από έρευνα των αρχαίων χριστιανικών πηγών. Ορισμένα παραδείγματα εδώ (στις ενότητες για τις μεταστροφές παπικών και προτεσταντών).
Ως μέλος της Εκκλησίας, κοινωνώ το σώμα και αίμα του Χριστού (ο ίδιος το δίδαξε ως απολύτως απαραίτητο, όπως ασφαλώς γνωρίζει κάθε ενημερωμένος άνθρωπος) και ενώνω τις πνευματικές πράξεις μου με τις παρόμοιες πνευματικές πράξεις (εξομολόγηση, εκκλησιασμό, κοινές νηστείες, χρήση των ορθοδόξων εικόνων, ευλογία διά του σημείου του σταυρού κ.τ.λ.) όλων των αδελφών μου χριστιανών, ακόμη και των πιο παρακατιανών ή «αγράμματων», που τους αγαπώ και με τους οποίους επιθυμώ να ενωθώ. Δεν διαχωρίζομαι από αυτούς, γιατί επιθυμώ να ενωθώ μαζί τους και όλοι μαζί, ως ένα σώμα, να ενωθούμε με το Χριστό και διά του Χριστού με τον Τριαδικό Θεό. Διαχωρίζομαι μόνο από την κακία μου και τα πάθη μου, πράγμα, που για να το κάνω, πρέπει να επικεντρώσω όλη την πνευματική μου προσπάθεια σ’ αυτό και όχι σε «τεχνικές αυτοβελτίωσης». Εξάλλου, δεν αποσκοπώ στο να «αυτοβελτιωθώ», αλλά στο να με βελτιώσει ο Ιησούς Χριστός, διά της θείας χάριτος, διά των αγίων και διά των αδελφών μου χριστιανών. Η βοήθειά μου προς αυτούς, η συγχώρησή μου προς τα σφάλματα και τις αμαρτίες που διαπράττουν σε μένα, αλλά και η εξομολόγηση των δικών μου αμαρτιών σ’ έναν απ’ αυτούς (τον πνευματικό μου) είναι τέτοιες πράξεις, που με πλησιάζουν σ’ αυτούς.
Γ) Ασφαλώς κανείς απλός χριστιανός (ή πιστός οποιασδήποτε θρησκείας ή άθεος ή «άθρησκος») δεν μπορεί να αποφανθεί με βεβαιότητα σε ποιες πνευματικές εμπειρίες υπάρχει θεϊκό στοιχείο και σε ποιες δαιμονικό.
Υπάρχουν όμως κάποιοι που έχουν γνωρίσει το θεϊκό και το δαιμονικό στοιχείο στη ζωή τους, τα έχουν ξεχωρίσει, έχοντας απελευθερωθεί από τα πάθη τους και ενωθεί με το Θεό εν Χριστώ, και μπορούν να διακρίνουν εκ πείρας αν ένα πνευματικό βίωμα ή ένα χάρισμα έχει δαιμονική προέλευση, ακόμη κι αν είναι ακριβές αντίγραφο θεϊκής εμπειρίας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν μιλούν από τις πεποιθήσεις τους ή από τη μελέτη βιβλίων, αλλά από την εμπειρία τους, προσεχτικά δοκιμασμένη και επιβεβαιωμένη, είναι δηλαδή επιστήμονες. Αυτοί είναι οι ορθόδοξοι άγιοι.
Μερικά ταπεινά δείγματα εδώ.
Οι ορθόδοξοι άγιοι δεν ταυτίζονται με τους ρωμαιοκαθολικούς μυστικιστές, όπως η αγία Θηρεσία (εικ.) ή ο άγιος Φραγκίσκος, ούτε με τους μυστικιστές του Ισλάμ, του ινδουισμού ή οποιασδήποτε άλλης θρησκευτικής παράδοσης.Όλοι αυτοί δεν ξέρουν να ξεχωρίζουν τα θεϊκά βιώματα από τις σκοτεινές απομιμήσεις τους, γιατί αν ήξεραν δεν θα βλέπαμε να γίνονται αποδεκτά φαινόμενα έκστασης, καταληψίας, λατρείας σκοτεινών πνευμάτων και άλλα, που οι ορθόδοξοι άγιοι γνωρίζουν ότι δεν είναι αυθεντικά θεϊκά βιώματα. Στον Ινδουισμό, αν οι γκουρού (η πηγή προέλευσης της γιόγκα) γνώριζαν να ξεχωρίζουν τα βιώματα (ας πω δυο παραδείγματα), δεν θα λάτρευαν θεότητες που «συνδυάζουν το καλό και το κακό» (για να μην αναφέρω λατρείες ανθρωποθυσιών, την αποδοχή του θρησκευτικού συστήματος των καστών ή, παλαιότερα, την καύση της χήρας στη νεκρική πυρά του συζύγου της) και δεν θα δέχονταν να λατρεύονται οι ίδιοι ως θεοί από τους μαθητές τους, πράγμα που δεν έχει καμιά αναλογία με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι ζώντες πνευματικοί διδάσκαλοι στο χριστιανισμό.
Αν ορθόδοξοι άγιοι διδάσκαλοι συζητούσαν με γκουρού, πραγματικά προοδευμένους στην πνευματική τους παράδοση, πιστεύω ότι σε αρκετά θέματα θα συμφωνούσαν, όπως π.χ. στο σεβασμό προς όλα τα όντα, στην υπηρεσία προς τον πλησίον κ.τ.λ. (δες το άρθρο για τη Μπαγκαβάντ Γκιτά, όπου παραπέμπουμε νωρίτερα). Όμως σε άλλα, θεμελιώδη ζητήματα, θα διαφωνούσαν, όπως η μετενσάρκωση (που γνωρίζουμε πολύ καλά ότι είναι εσφαλμένη ιδέα, εκτός των άλλων επειδή οι άγιοί μας επικοινωνούν με τους ζωντανούς και μετά θάνατον), οι θεοί και υποθέτω και η προέλευση των ξεχωριστών χαρισμάτων και δυνάμεων.
Για τις δυνάμεις και το αν πρόκειται όντως για ενεργοποίηση ανθρώπινων δυνάμεων ή δαιμονικές παγίδες, παραπέμπω σε αυτό το άρθρο για την αστρική προβολή, που εκφράζει κάποιες σοβαρές, κατά τη γνώμη μου, απόψεις επί του θέματος.
Όμως ακόμη κι αν πρόκειται για ανθρώπινες δυνατότητες, ο χριστιανός γνωρίζει ότι πραγματική πνευματική ανάπτυξη συνιστά μόνο η ένωση με το Χριστό. Αν ο Θεός θέλει, προσφέρει στον άνθρωπο τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος όταν ο άνθρωπος ενωθεί με Αυτόν. Αν όμως έχω μια μέθοδο, που μπορώ να την εφαρμόσω και να φτάσω στην «τελειότητα», ακόμη κι αν δεχτούμε ότι πρόκειται για φυσική ψυχοσωματική ανάπτυξη του ανθρώπου και όχι για δαιμονική ενέργεια, ποιος ο λόγος ν’ αγωνίζομαι σ’ όλη μου τη ζωή για να κρατήσω μέσα μου τη θεία χάρη, εισπράττοντας διαρκώς πίκρες από την κακία του κόσμου (μέχρι να γίνω απαθής και η χαρά του Χριστού να μείνει μέσα μου μόνιμα - που και τότε θα νιώθω και λύπη για το κακό που υπάρχει στον κόσμο); Εφαρμόζω τη μέθοδό μου και ανεβαίνω με το ασανσέρ, με τη βοήθεια μιας τεχνικής και μιας – επιτρέψτε μου – εύκολης ηθικής, χωρίς να «σταυρώσω τον εαυτό μου», δηλαδή στην ουσία άκοπα.
Αν, εξάλλου, αγωνίζομαι το χριστιανικό αγώνα και πλησιάζω προς το Θεό και τους αδελφούς μου, ποιος ο λόγος να εφαρμόζω μεθόδους που υπόσχονται να με οδηγήσουν σε οποιασδήποτε μορφής «τελειοποίηση»; Μου είναι υπεραρκετός ο αγώνας μου για την καλλιέργεια της αγάπης και της ταπείνωσης και την εφαρμογή των εντολών του Χριστού, που είναι δύο: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου» και «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθ. 22, 34-40).
Δ) Υπάρχουν όμως και κάποιοι που ασκήθηκαν στη γιόγκα επί σειρά ετών και την απέρριψαν, βεβαιώνοντας οι ίδιοι ότι συνδέεται με δαιμονική ενέργεια. Εδώ δεν έχουμε θεωρίες ή θεολογικές και θρησκειολογικές μελέτες γραφείου, αλλά κατάθεση προσωπικών εμπειριών συγκεκριμένων ανθρώπων, που άλλαξαν κατεύθυνση στη ζωή τους και, εγκαταλείποντας αυτού του είδους τις πρακτικές, έγιναν ορθόδοξοι χριστιανοί. Αυτοί οι άνθρωποι συγκρίνουν τις πνευματικές εμπειρίες τους από τους δύο δρόμους και έτσι (όχι από προκατασκευασμένες πεποιθήσεις) καταλήγουν στην απόρριψη της γιόγκα και την υιοθέτηση – αλλά και πρόταση – του ορθόδοξου χριστιανικού πνευματικού τρόπου ζωής.
Τέτοιοι άνθρωποι είναι ο δικός μας (Έλληνας) καθηγητής Φυσικής Αθανάσιος Ρακοβαλής, συγγραφέας του βιβλίου Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος(υπό το ψευδώνυμο Διονύσιος Φαρασιώτης), ο Κλάους Κένεθ και ο π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ.
Οι δύο πρώτοι διδάχτηκαν τη γιόγκα στην Ινδία και έζησαν σε ινδουιστικά άσραμ. Την εγκατέλειψαν βεβαιώνοντας ότι διαπίστωσαν σ’ αυτήν δαιμονική ενέργεια.
Ο Κλάους Κένεθ, που μυήθηκε με σοβαρότητα στον ινδουισμό και το βουδισμό αναζητώντας την αλήθεια, γράφει:
«Η γιόγκα υποτίθεται ότι αποσκοπεί στο να βοηθήσει τον άνθρωπο να ξαναβρεί τη θεϊκότητα μέσα του, να απελευθερωθεί από βάσανα και κάθε είδους δεσμά, δηλαδή ακριβώς να επιτύχει τη μόκσα ή αλλιώς, κατά κυριολεξία, “να γίνει θεός” μέσω της αποδέσμευσής του από την ψευδαίσθηση της ζωής που έχει υιοθετήσει. Η γιόγκα αποτελεί την πλέον διαδεδομένη πτυχή της θρησκείας του Ινδουισμού, που στη Δύση μάλιστα εσφαλμένα εκλαμβάνεται ως κάτι αποκλειστικά σωματικό. Η γιόγκα είναι πάντοτε και σε κάθε περίπτωση θρησκευτική πράξη με στόχο την ένωση με το Βράχμαν…».
«Καθοριστικό λοιπόν ερώτημα είναι το εξής: Μπορεί η γιόγκα να παγκοσμιοποιηθεί και να παραμείνει ταυτόχρονα “απλώς” γυμναστική; Οι διδάσκαλοι της γιόγκα, καθώς και οι μελετητές των γραφών στην Ινδία (οι ρίσις= σοφοί) γνωρίζουν πως κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Κι οι ίδιοι άλλωστε, βλέποντας έναν χριστιανό να γονατίζει στη διάρκεια της θείας λειτουργίας, δεν θα έλεγαν βεβαίως πως κάνει γυμναστική. Αντιθέτως, οι ρίσις ξέρουν καλά πως δεν υπάρχει τίποτα στη γιόγκα που να μην είναι συνδεδεμένο με κάποια θεότητα και πως οι ενέργειες εκείνων πάντοτε παρεισφρέουν στις ασκήσεις και τους ασκουμένους».
«Όποιος ασχολείται με αυτή τη μορφή διαλογισμού, συνδέεται απευθείας, σαν με έναν ομφάλιο λώρο, με τον κόσμο των ινδουιστικών και βουδιστικών θεοτήτων, ειδώλων και δαιμόνων. […] Στη διάρκεια της ιστορίας της Εκκλησίας – και των νεωτέρων χρόνων ακόμη – δεν έχει υπάρξει ούτε ένας άγιος που να χρησιμοποίησε τη γιόγκα, ώστε να πλησιάσει το Θεό. Αντιστρόφως, όμως, καθένας που ασχολιόταν με τη γιόγκα, την εγκατέλειψε, μόλις γνώρισε το Χριστό».
«Στη διάρκεια της εξάσκησής μου στο διαλογισμό μετατρεπόμουν σε ένα μέσον και λειτουργούσα ως τηλεβόας πνευμάτων, των οποίων την προέλευση (χωρίς το Άγιο Πνεύμα) δεν μπορούσα με τίποτα να διακρίνω. Γινόμουν δίαυλος και μετέδιδα μηνύματα πεθαμένων διδασκάλων (στην πραγματικότητα επρόκειτο για δαίμονες που μιμούνταν τη φωνή των νεκρών) προς άτομα που στέκονταν κοντά μου. Είχα στη διάθεσή μου μια ολόκληρη ποικιλία σαγηνευτικών για μένα ανεξήγητων φαινομένων, τα οποία άλλωστε έχω ήδη αναφέρει. Μπορούσα να γίνω αόρατος, να βλέπω την αύρα του αντικρινού μου, να εξέρχομαι από το σώμα μου, να κάνω αστρικά ταξίδια, να κινούμαι πέρα από τα σύνορα του χωροχρόνου, να βλέπω UFO, να υπεισέρχομαι στις σκέψεις και τον εσωτερικό κόσμο του άλλου και με αυτή τη δύναμη να τον οδηγώ όπου εγώ ήθελα».
«Η επικοινωνία κι ο πνευματικός συγχρωτισμός με θεότητες του τρόμου, με πνεύματα του κακού, με βρικόλακες, θεές της εκδίκησης, διαβόλους και αγγελιαφόρους του θανάτου, την οποία προσωπικά πρωτοσυνάντησα στο Νεπάλ με τη μορφή τρομακτικότατων προσωπείων, έφερε τη σταδιακή καταβύθιση σε πιο φοβερές συναντήσεις και συγκεκριμένα με έριξαν κατευθείαν στα χέρια μιας καταστροφικής θεάς, της μαύρης Κάλι, που παγκοσμίως θεωρείται από τις πλέον φοβερές και αποκρουστικές θεότητες εν γένει. Η ίδια με είχε παραλάβει στο ναό της στην Καλκούτα για ένα ταξιδάκι εξωσωματικό. Η ισχυρή και αλησμόνητη αυτή εμπειρία με έκανε την εποχή εκείνη, γεμάτο καμάρι κι υπερηφάνεια, να πιστεύω πως είχα επιτέλους φθάσει το στόχο μου, δηλαδή να είμαι αφ’ εαυτού θεός και να κατανικώ με τις δικές μου δυνάμεις το θάνατο. […]
Κανένας που δεν έχει τύχει ποτέ να συναντήσει τέτοιους δαίμονες απλά, σωματικά μπροστά του, δεν μπορεί να καταλάβει τον τρόμο μου, όταν αυτοί με επισκέπτονταν στη διάρκεια, αλλά και μετά το διαλογισμό, τόσο στο μοναστήρι στην Ταϊλάνδη, όσο και αργότερα στη Βολιβία. Ήταν βιολογικά ορατοί, πραγματικές υπάρξεις». (Κλ. Κένεθ, Θεοί, είδωλα, γκουρού, σελ. 117, 119-120, 140-141, 177, 242-244 – βλ. και την αυτοβιογραφία του Χιλιάδες μίλια προς τον τόπο της καρδιάς, εκδ. Εν πλω 2009).
Ο π. Σωφρόνιος έχει την ιδιαιτερότητα ότι, όπως φανερώνει η ζωή του, είναι άγιος και έχει βιώσει εκπληκτικές εμπειρίες παρουσίας της θείας χάριτος, όμοια με τους άλλους μεγάλους αγίους της Ορθοδοξίας, παλαιούς και σύγχρονους, τις οποίες περιγράφει και ερμηνεύει ιδίως στο τελευταίο βιβλίο του Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστίν, όπου και προβαίνει σε συγκρίσεις με ανάλογες εμπειρίες που βίωσε κατά τα χρόνια που ασκούσε τον υπερβατικό διαλογισμό.
Αυτό το βιβλίο του π. Σωφρόνιου μόνο δευτερευόντως αναφέρεται στις εμπειρίες του από τα χρόνια του διαλογισμού (που ο ίδιος τα θεωρούσε χρόνια άρνησης του Χριστού). Πρωτίστως το θέμα του είναι η χριστιανική πνευματική ζωή και μπορώ να πω ότι αυτό το βιβλίο περιέχει σχεδόν ό,τι χρειάζεται ο άνθρωπος για την πνευματική και ηθική του τελειοποίηση – αρκεί βέβαια να μελετηθεί σοβαρά και όχι να περιφρονηθεί επιπόλαια ως, δήθεν, παραληρήματα ενός γέρου (1).
Για τις μαρτυρίες των παραπάνω συνανθρώπων μας ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει, ακόμη και να τους χαρακτηρίζει ψεύτες ή τρελούς, για να μειώσει την αξιοπιστία τους. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν αυθαίρετο και αβάσιμο. Πρόκειται για προσωπικές μαρτυρίες και ως τέτοιες πρέπει όχι να γίνουν άκριτα αποδεκτές, αλλά να ληφθούν σοβαρά υπόψιν. Τα επιχειρήματα που μπορεί να ανταλλάσσουν δυο συζητητές έρχονται δεύτερα σε σχέση με τη μαρτυρία ανθρώπων που έχουν ζήσει και τις δυο πνευματικές παραδόσεις, την παράδοση της γιόγκα και της Ορθοδοξίας. Όλοι αυτοί βεβαιώνουν ότι είναι ασυμβίβαστες.
Τέτοιοι υπάρχουν κι άλλοι, όπως η Αμερικανίδα ανθρωπολόγος (ινδουίστρια που μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία), η οποία παραθέτει το αυτοβιογραφικό της σημείωμα (εδώ) στην εισαγωγή του βιβλίου του π. Σεραφείμ Ρόουζ Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος. Δυστυχώς δεν αναφέρει το όνομά της κι έτσι μπορεί ο καθένας να ισχυριστεί ότι είναι φανταστικό πρόσωπο, αν δεν έχει ενδοιασμούς να πιστέψει ότι ο π. Σεραφείμ Ρόουζ (που αφιέρωσε τη ζωή του στην αναζήτηση της αλήθειας) μπορεί να ήταν ένας κοινός ψεύτης. Πάντως το σημείωμά της πρέπει να μελετηθεί από κάθε ενδιαφερόμενο. Ομοίως και το συγκεκριμένο βιβλίο του π. Σεραφείμ, το οποίο προκάλεσε την εγκατάλειψη των ανατολικών θρησκειών και τη μεταστροφή στην Ορθοδοξία αρκετών δυτικών, που ασκούσαν διάφορες μορφές διαλογισμού. Σας εκλιπαρώ, διαβάστε το με νηφάλια σκέψη και καθαρή καρδιά, π.χ. εδώ.
Ο ίδιος ο π. Σεραφείμ Ρόουζ πέρασε από το στάδιο του βουδισμού στο πνευματικό ταξίδι του. Ο π. Δαμασκηνός Κρίστενσεν, σήμερα μοναχός στην Καλιφόρνια και συγγραφέας του εξαιρετικού και γεμάτου σεβασμό προς την αρχαία κινεζική θρησκεία βιβλίου Χριστός, το αιώνιο Τάο, που περιλαμβάνει και μια ωραία παρουσίαση της ορθόδοξης πνευματικότητας (διαβάστε το εδώ), ήταν βουδιστής και έγινε ορθόδοξος χριστιανός αφού γνώρισε τον π. Σεραφείμ (του οποίου έγραψε και τη βιογραφία μετά την πρόωρη κοίμησή του). Και υπάρχουν πολλοί ακόμη. Όλοι αυτοί εγκαταλείπουν και απορρίπτουν τις ψυχοσωματικές τεχνικές των ανατολικών θρησκευτικών παραδόσεων και αγκαλιάζουν την ορθόδοξη πνευματική ζωή – και δεν είναι αμόρφωτοι δεισιδαίμονες, αλλά τουλάχιστον εξίσου μορφωμένοι, ηθικοί και προσεχτικοί αναζητητές της αλήθειας με τους γιόγκι και τους γκουρού. Επίσης δεν γράφουν θεωρητικά, μελετώντας βιβλία, αλλά, επαναλαμβάνω, έχουν ζήσει τις πνευματικές αυτές καταστάσεις.
Ότι η γιόγκα είναι ασυμβίβαστη με το χριστιανισμό αναφέρει και η Ινδή ορθόδοξη χριστιανή, γεννημένη στην κάστα των βραχμάνων και μεγαλωμένη με την παράδοση της γιόγκα, Χριστίνα Μαγκάλα, που μπορείτε να διαβάσετε σχετική ανάλυσή της εδώ.
Θα παρακαλέσω επίσης κάθε ενδιαφερόμενο να διαβάσει τη μελέτη της κυρίας Ελένης Ανδρουλάκη για τη γιόγκα, που δημοσιεύεται εδώ.
Ας δεχτούμε ότι η γιόγκα μπορεί να αποσυνδεθεί από τον ινδουισμό, αν και κατά τον Κλάους Κένεθ και οι απλές ασάνες (στάσεις) δεν σχετίζονται μόνο με τη φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος, αλλά και με τους θεούς. Για να υποθέσουμε όμως ότι ένας δάσκαλος της γιόγκα την έχει αποσυνδέσει από κάθε στοιχείο επίκλησης ή λατρείας ειδωλολατρικών θεών (ακόμη και από τα μάντρας), καθώς και από τους πνευματικούς στόχους της (άρση των μετενσαρκώσεων και ένωση με τους θεούς ή το Μπράχμαν), θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι είναι συνειδητοποιημένος χριστιανός και θέλει να προφυλάξει τους μαθητές του από την ειδωλολατρία. Πόσοι τέτοιοι υπάρχουν; Και, αν κάποιος είναι συνειδητοποιημένος χριστιανός με πραγματική πνευματική ζωή, τι χρειάζεται τη γιόγκα και δεν κάνει απλώς γυμναστική ή αθλητισμό χωρίς θρησκευτικό υπόβαθρο;
«Η γιόγκα δεν είναι σπορ, ούτε εξυπηρετεί την ευεξία του σώματος. Λίγο τρέξιμο στο δάσος ή λίγη άσκηση στο γυμναστήριο φέρνει τα ίδια, αν όχι καλύτερα αποτελέσματα» (Κλ. Κένεθ, ό.π., σελ. 135).
Θα κλείσω με ένα υστερόγραφο από τον Κλάους Κένεθ (στο ίδιο βιβλίο, σελ. 273):
«Έχω μια συμβουλή προς όλους τους προσκυνητές που τραβούν λάθος δρόμο παραπαίοντας στο σφαλερό μονοπάτι του ασιατικού μυστικισμού και του διαλογισμού, ακόμη κι αν τούτο περιορίζεται σε μια απλή βόλτα μέχρι τα αντίστοιχα ράφια περί εσωτερισμού στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς τους:
Όποιος από αυτούς έχει αντικρίσει κι αναγνωρίσει την προσωπική του αδυναμία, την αποτυχία, τη λέρα και την υστέρηση, αυτός είναι έτοιμος να άρει στον Σταυρό του Ιησού, για να απελευθερωθεί από την αμαρτία του, την προδοσία εις βάρος της αγάπης του Θεού. Είναι μια απόφαση που πηγάζει από βαθιά ανάγκη και κατ’ ουσίαν στρέφεται προς αυτήν. Ένα τέτοιο εξαγνιστικό αυτο-μίσος οδηγεί τον άνθρωπο διά της επίγνωσης της πραγματικής του κατάστασης, διά της μετανοίας και της μεταστροφής, απευθείας στη συγχωρητική και αγαπητική αγκαλιά του Ιησού.
Ο δρόμος προς τα κάτω παραδόξως είναι ο δρόμος προς τα πάνω. Δεν είναι βολικός κι άνετος, όχι, αλλά είναι η μεγαλύτερη περιπέτεια που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος, ιδιαίτερα μάλιστα με την προοπτική της νίκης και την πεποίθηση της αιωνίου ζωής».
Κλείνω το άρθρο μας εδώ. Νομίζω ότι αφήσαμε να μιλήσουν οι πραγματικοί γνώστες και μάλιστα κάποιοι που γνωρίζουν και μπορούν να συγκρίνουν τις δύο παραδόσεις. Αυτοί βεβαιώνουν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος προσφεύγει στη γιόγκα επειδή έχει ξεχάσει την ορθόδοξη χριστιανική πνευματική κληρονομιά των προγόνων του, που δεν είναι μια επιφανειακή θρησκευτικότητα (όπως την έχουμε καταντήσει οι περισσότεροι), αλλά η οδός της τελειοποίησης του ανθρώπου. Άνθρωποι που ακολουθούν αυτή την οδό υπάρχουν και σήμερα. Ας τους αναζητήσουμε στις ενορίες και τα μοναστήρια μας κι ας ρωτήσουμε γι’ αυτούς. Είναι δικοί μας.
*****
(1) Μ’ αυτό δεν υπονοώ βέβαια πως το τοποθετώ στην ίδια θέση με την Αγία Γραφή και τη θεία λειτουργία, στα οποία ο ίδιος ο π. Σωφρόνιος κάνει αμέτρητες παραπομπές και εκπληκτικά ερμηνευτικά σχόλια. Το βιβλίο είναι οδοδείκτης γι’ αυτά.
Διαβάστε επίσης το βιβλίο του Η ζωή Του ζωή μου, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, αλλά αξίζει να μελετηθεί και το σύνολο του έργου του.