Translate

Τα ναρκωτικά των Ναζί

Μεθαμφεταμίνη (Pervitin), MDMA (Ecstasy), D-IX, LSD και «εθνοσοσιαλιστική μαστούρα»
Αν και παρέμενε μυστικό επί δεκαετίες υπολογίζεται πως τουλάχιστον διακόσια εκατομμύρια χαπάκια διεγερτικών ουσιών και μεθαμφεταμίνης
χορηγήθηκαν σε Γερμανούς στρατιώτες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου -η μεγαλύτερη μαζική χορήγηση ναρκωτικών ουσιών όλων των εποχών! Τα χαπάκια αυτά που οι Ναζί τα αποκαλούσαν «Δεξαμενή Σοκολάτας» ήταν στοιβαγμένα σε κιβώτια της Βέρμαχτ, με σκοπό να κρατούν «σε εγρήγορση» το στρατό από το 1939 έως το 1945, δηλαδή σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.
Ναι, δεν ήταν οι πύρινοι λόγοι και η ρητορική του Αδόλφου Χίτλερ, που κρατούσαν σε διέγερση εκατομμύρια Γερμανούς, αλλά τα εκατοντάδες εκατομμύρια των χαπιών Pervitin, που μοίραζαν αφειδώς οι στρατιωτικοί γιατροί της Βέρμαχτ. Ένα ολόκληρο εμπόλεμο έθνος ήταν ντοπαρισμένο από τουλάχιστον ένα διεγερτικό ναρκωτικό, τη μεθαμφεταμίνη ή crystal meth, μια ουσία που θεωρείται παράνομη από τις περισσότερες αντιναρκωτικές νομοθεσίες των σημερινών κρατών.
Μεθαμφεταμίνη ή Crystal Meth:  H Μεθαμφεταμίνη ή Crystal Meth ανακαλύφθηκε και παρασκευάστηκε για πρώτη φορά στην Ιαπωνία το 1919 και ήταν πιο δραστική και πιο εύκολη στην παρασκευή της από την κλασική αμφεταμίνη, η οποία και είχε ανακαλυφθεί το 1887 στη Γερμανία από τον Ρουμάνο χημικό Lazar Edeleanu υπό την ονομασία phenylisopropylamine.
H πετυχημένη εισαγωγή της αμφεταμίνης (benzedrin) στην αγορά των ΗΠΑ το 1933 παρακίνησε τις φαρμακευτικές βιομηχανίες της Γερμανίας, όπως η Bayer και η Merck, να αναπτύξουν τις δικές τους διεγερτικές ουσίες (Weckaminen), αρχικά ως γενόσημα ώστε να αποκτήσουν επάρκεια.
Στην αρχή οι Γερμανοί γιατροί πειραματίστηκαν μ΄ αυτά τα σκευάσματα για τη θεραπεία της κατάθλιψης, της απάθειας και των ψυχοσωματικών συνδρόμων.
Ενδιαφέρονταν επίσης να χρησιμοποιήσουν αυτές τις ουσίες ως διεγερτικά στους χώρους εργασίας και κυρίως σε εργοστάσια και γραφεία, αλλά τα αρχικά αποτελέσματα δεν τους ενθουσίασαν.
Ξεκινώντας το 1938 η εταιρία Temmler, με έδρα το Βερολίνο, παρουσίασε την ουσία 1-Phenyl-2-methylamino-propan σε μορφή δισκίων, με την όνομασια Pervitin ή μεθαμφεταμίνη. Στις 26 Νοεμβρίου του 1938, το περιοδικό Klinische Wochenschrift κατέταξε το Pervitin στην κατηγορία των «New Specialities», υποδηλώνοντας πως μπορούσε να χρησιμοποιηθεί τόσο ως διεγερτικό των αισθήσεων και του νου, όσο και για την τόνωση της κυκλοφορίας του αίματος.
Οι Γερμανοί γιατροί υποστήριζαν πως μια ημερήσια δόση Pervitin, της τάξεως των 6-12 χιλιοστόγραμμων, δε θα προκαλούσε βλάβες στους ανθρώπους, αλλά ούτε και εθισμό. Το 1939 ο γιατρός Erich Neumann, σε συνεργασία με την Temmler, πραγματοποίησε ι πειράματα με το Pervitin σε ασθενείς σε νοσοκομείο της πόλης Zossen. Ο ίδιος είχε επισημάνει στις αναφορές του ότι το Pervitin προσέφερε στους ασθενείς του περισσότερη αισιοδοξία και όρεξη για ζωή, περισσότερη ενέργεια και ενίσχυε τη βούληση και την πίστη τους (Willen und Glauben) -κάτι το πολύ σημαντικό για το ολοκληρωτικό καθεστώς της ναζιστικής Γερμανίας.
Ωστόσο η πρώτη μαζική χρήση της μεθαμφεταμίνης (Pervitin) έγινε, όπως προαναφέραμε, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ειδικά από τη Ναζιστική Γερμανία προκειμένου να καταπολεμηθεί η κόπωση των στρατιωτών που πολεμούσαν στο μέτωπο.
Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν πως και ο Αδόλφος Χίτλερ έκανε καθημερινή και μάλιστα ενέσιμη χρήση της μεθαμφεταμίνης, προκειμένου να διατηρείται «σπινταριστός» δηλαδή σε αφύσικη εγρήγορση. Γι’ αυτό και υπάρχουν ιστορικοί που θεωρούν πως ως ένα βαθμό η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Χίτλερ και οι λανθασμένες στρατιωτικές του αποφάσεις στα χρόνια του πολέμου οφείλονταν στη μεθαμφεταμίνη.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που στη γλώσσα της «πιάτσας» μία από τις υποκοριστικές ονομασίες της μεθαμφεταμίνης είναι η «λόξα των ναζί» Πρέπει να σημειωθεί τέλος πως η μεθαμφεταμίνη ή Pervitin, το αγαπημένο ψυχότροπο των Ναζί, θεωρείται σήμερα παράνομη ναρκωτική ουσία και μάλιστα κατηγορίας Α. Η μέγιστη ποινή που εφιστά η κατοχή του είναι επταετής φυλάκιση, ενώ για την εμπορεία της μπορεί κανείς να τιμωρηθεί ακόμη και με ισόβια κάθειρξη.MDMA ή Ecstacy:  Άλλο ένα “γερμανικό ναρκωτικό” υπήρξε το MDMA ή Ecstacy. Γνωστό χημικά και ως μεθυλένιο-διοξυ-μεθυλαμφεταμίνη (3,4-methylenedioxy-N-methylamphetamine), είναι ένα είδος παραισθησιογόνας 
αμφεταμίνης, που μοιάζει κάπως με το LSD. Ήταν μια πρωτοποριακή ουσία που παρασκευάστηκε για πρώτη φορά το μακρινό 1912 από τον Γερμανό φαρμακοποιό Anton Kollisch, που εργάζονταν στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος παρασκευής φαρμάκων της εταιρείας Merck. Το MDMA κατοχυρώθηκε ως ευρεσιτεχνία στη γερμανική πόλη Darmstadt στις 16 Μαίου του 1914 με αύξων αριθμό 274,350. Ωστόσο αρχικά δεν υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον και ξεχάστηκε.
To 1927 o Max Oberlin μελέτησε τη φαρμακολογία του MDMA, παρατηρώντας πως οι επιδράσεις του στο σάκχαρο του αίματος και στις μυικές συσπάσεις ήταν παρόμοιες με την ουσία Εφεδρίνη, αλλά δεν επέμεινε στη χρήση του. Το 1939, όταν ξεκίνησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το MDMA επανήλθε και πάλι στο προσκήνιο και δοκιμάστηκε αρχικά σε ζώα στα πλαίσια μιας έρευνας για την αδρεναλίνη, και παρατηρήθηκε πως προκαλούσε μια «έκρηξη ενέργειας»
Δύο χρόνια αργότερα, το 1941, δοκιμάστηκε ερευνητικά για την ανακούφιση των ασθενών με Πάρκινσον αλλά απορρίφθηκε ως θεραπεία. Δεν απορρίφθηκε ωστόσο η χρήση του σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων των Γερμανών στρατιωτών, αν και οι σχετικές πληροφορίες είναι ανεπιβεβαίωτες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον  Απρίλιο έως τον Δεκέμβριο του 1939 δόθηκαν στο πεζικό και στη Λουτβάφε, 29 εκατομμύρια χάπια αμφεταμίνης (previtin). Οι στρατηγοί ζητούσαν εχεμύθεια για την χρήση των χαπιών στα οποία είχαν δώσει την ονομασία ΟΒΜ και Panzerschokolade. Στις 20 Μαΐου του 1940 ο νεαρός τότε στρατιώτης Heinrich Böll (το 1972 κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας) έγραφε στους γονείς του: «μήπως θα μπορούσατε να μου στείλετε μερικά κουτιά previtin μαζί με τις υπόλοιπες προμήθειες;». Και αυτός όπως και πολλοί άλλοι ναζί «χρήστες» δεν μπορούσαν χωρίς τη δόση τους. Οι γιατροί διέκριναν ότι έκαναν διαρκώς άσκοπη χρήση, ότι η περίοδος απεξάρτησης ενός στρατιώτη γινόταν όλο και μεγαλύτερη και ότι οι περισσότεροι γίνονταν πνευματικά αδύνατοι. Οι ναζί όταν δεν έπαιρναν το ναρκωτικό ίδρωναν, ζαλίζονταν, έπεφταν σε κατάθλιψη και είχαν ψευδαισθήσεις. Αρκετοί πέθαναν από καρδιακά επεισόδια και πολλοί αυτοκτόνησαν.... 

Το σίγουρο πάντως είναι πως το συγκεκριμένο ναρκωτικό γνώρισε πραγματική άνθηση κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, όταν δοκιμάστηκε πειραματικά από το στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ ως «ορός της αλήθειας» αλλά και σε παράνομα προγράμματα “αναμόρφωσης της προσωπικότητας” στα πλαίσια του περιβόητου προγράμματος MK-ULTRA και MKSEARCH. [1]
Στη συνέχεια, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 (όταν απαγορεύτηκε το LSD) μέχρι το 1985, το MDMA χρησιμοποιήθηκε συστηματικά και ως υποβοηθητικό στοιχείο στην ψυχοθεραπεία. Το 1985 η αμερικανική DEA αποφάσισε να το απαγορεύσει και τον καταχώρησε στον Πίνακα Ι των ελεγχόμενων φαρμάκων, όπου περιλαμβάνονται οι ψυχότροπες ουσίες που “δεν έχουν θεραπευτική αξία” και η διάθεση τους δεν επιτρέπεται για κανένα λόγο.
Παρότι όψιμα απαγορευμένο το MDMA ή Ecstasy άρχισε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 να κάνει θραύση στα μεγάλα club του ισπανικού νησιού Ίμπιζα (γνωστά και ως Acid-house), όπου παιζόταν techno μουσική, ως το κατεξοχήν «χάπι της διασκέδασης». Εξαιρετικά δημοφιλές στα λεγόμενα rave πάρτι, το MDMA, διαδόθηκε πλέον σε ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως στους νέους. Αντί να ντοπάρει τους στρατιώτες των Ναζί αυτό το «γερμανικό χάπι» καταναλώνεται πλέον παράνομα από εκατομμύρια νέους ανά τον κόσμο ως διεγερτικό και ψυχεδελικό μιας ολόκληρης υποκουλτούρας διασκέδασης.
LSD (Lysercic Acid Diethylamide):  To πιο γνωστό παγκοσμίως και πιο ισχυρό συνθετικό παραισθησιογόνο με την ονομασία LSD ανακαλύφθηκε τυχαία το απόγευμα της 16ης Απριλίου 1943 σ’ ένα προάστιο της ελβετικής πόλης Βασιλεία, όπου βρισκόταν η καρδιά και τα εργαστήρια της φαρμακευτικής εταιρείας Sandoz. Εκεί ο 37χρονος Ελβετός χημικός δρ. Άλμπερτ Χόφμαν (Albert Hofmann), ενώ εργαζόταν σκληρά στο εργαστήριο του πειραματιζόμενος πάνω στην παρασκευή μιας νέας φαρμακευτικής ουσίας βασισμένης στο λυσεργικό οξύ, απορρόφησε κατά λάθος μια μικρή ποσότητα αυτής της ουσίας.
Αμέσως αισθάνθηκε ίλιγγο και τον πλημμύρισε μια παράξενη αίσθηση, που όμως δεν ήταν καθόλου δυσάρεστη. Αισθάνθηκε ένα παράξενο είδος μέθης, κυριεύτηκε από φαντασιώσεις και αλλόκοτες εικόνες, και, χάνοντας το ενδιαφέρον για το πείραμα, εγκατέλειψε τρέχοντας το εργαστήριό του…
Image result for Τα ναρκωτικά των ΝαζίΒγαίνοντας από το εργαστήριο του δρ. Χόφμαν πήρε το ποδήλατό του για να επιστρέψει στο σπίτι του. Εκεί ξάπλωσε σε μια πολυθρόνα κι έκλεισε τα μάτια του, επειδή το φως της ημέρας του φαινόταν δυσάρεστα λαμπερό. Αμέσως το μυαλό του άρχισε να στροβιλίζεται μ’ έναν παράξενο ίλιγγο. Όπως περιέγραψε αργότερα στο βιβλίο του«LSD: Το Προβληματικό μου Παιδί»  «Με πλημμύρισε ένα ακατάπαυστο κύμα από φανταστικές εικόνες εξαιρετικής πλαστικότητας και λαμπρότητας, συνοδευόμενες από ένα έντονο καλειδοσκοπικό παιχνίδι των χρωμάτων».
To LSD (Lysercic Acid Diethylamide) ή διαθυλαμίδη του λυσεργικού οξέος είναι μια ημισυνθετική ουσία που παράγεται από λυσεργικό οξύ, που είναι ένα φυσικό προϊόν και απαντάται στο μύκητα ερυσιβώδη όλυρα (Claviceps purpurea) -ένας σκληρώτιος μύκητας που παρασιτεί στη σίκαλη και σε άλλα δημητριακά και είναι γνωστός για τις ψυχεδελικές του ιδιότητες και γι’ αυτό χρησιμοποιούνταν και κατά τα Ελευσίνια Μυστήρια, καθώς και από την ομάδα των διαιθυλαμίδων, που παρασκευάζονται εργαστηριακά.Πριν ακόμη φθάσει στις ΗΠΑ και χρησιμοποιηθεί πειραματικά στα πλαίσια του προγράμματος MKULTRA της CIA (με την κωδική ονομασία ΕΑ1729) [2] και περάσει στη συνέχεια στις πιάτσες της αμερικανικής νεολαίας ως το κατεξοχήν ψυχεδελικό ναρκωτικό της «γενιάς των λουλουδιών», το παραισθησιογόνο LSD φαίνεται πως έκανε κι αυτό μια διαδρομή, έστω μικρή, στη ναζιστική Γερμανία. Ναζί επιστήμονες πραγματοποίησαν στο Νταχάου έρευνες πάνω στο LSD, όπως και πάνω στη Μεσκαλίνη, πιστεύοντας πως θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για Mind Control, για την ενίσχυση της μνήμης, τον έλεγχο της συμπεριφοράς αλλά και κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων της Γκεστάπο για το «σπάσιμο» των κρατουμένων.
Ωστόσο οι παραισθησιογόνες ιδιότητες του LSD ήταν τόσο ισχυρές, που δεν είχαν κανένα ελεγχόμενο και επιθυμητό αποτέλεσμα, διότι αποδιοργάνωναν εντελώς τις αισθήσεις και τις διανοητικές διεργασίες του χρήστη-πειραματόζωου. Γι’ αυτό τελικά οι Ναζί επιστήμονες το απέρριψαν καθώς το έκριναν «αναποτελεσματικό» σε σχέση με τους στόχους τους.
Γιώργος Στάμκος στο περιοδικό ΖΕΝΙΘ
Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τρίτο Μάτι Νο 217 στα πλαίσια του άρθρου μου “Ο Ντοπαρισμένος Στρατός του Χίτλερ”.
***

Σχόλια

Τεχνική υποστήριξη, κατασκευή ιστοσελίδας: Charles Bukowski(7SPY), e-mail: spy7ross7@gmail.com